Παρασκευή 14 Μαρτίου 2008

Ιστορώντας τον κόσμο

Μια αφήγηση της ιστοριογραφίας 2.500 χιλιάδων ετών από τον John Burrow

The Guardian
Κάθε βιβλίο ιστορίας μιλάει για το παρόν και το παρελθόν. Για το παρόν με τη μορφή του, για το παρελθόν με το περιεχόμενό του. Στη μορφή του μεταφέρει τις αισθητικές, κοινωνικές και πνευματικές αξίες της εποχής του.


Πνευματική πράξη
Ο John Burrow γνωρίζει ότι η ιστοριογραφία είναι τόσο πνευματική πράξη όσο και μια επιστήμη, που διαρκώς εξελίσσεται. Είναι διακεκριμένος ιστορικός του 18ου και του 19ου αιώνα, τώρα όμως αποτόλμησε να απλωθεί πιο πέρα από τον συνήθη χώρο του και να παράσχει μια ιστορία της ιστοριογραφίας 2.500 χιλιάδων ετών. Καρπός, το πρόσφατο βιβλίο του «A History of Histories: Epics, Chronicles, Romances and Inquiries from Herodotus and Thucydides to the Twentieth Century» (εκδ. Allen Lane, 553 σελ. 25 στερλίνες).
Γεωγραφικά, περιορίζεται σε Ευρώπη και Αμερική και γλωσσικά στις αγγλόφωνες ιστορίες ή σε εκείνες που εύκολα ανευρίσκονται σε μετάφραση. Τούτο, όπως, γράφει ο Κιθ Τόμας στον «Γκάρντιαν», δεν καθιστά το έργο του λιγότερο επίμοχθο ούτε λιγότερο αξιοθαύμαστο το γεγονός ότι πρόκειται για ένα ευανάγνωστο και συναρπαστικό βιβλίο. Το ένα τρίτο του αφιερώνεται στους ιστορικούς της κλασικής Ελλάδας και της Ρώμης. Ο ιστορικός το δικαιολογεί υπογραμμίζοντας ότι οι δύο μεγάλοι Ελληνες ιστορικοί του 5ου π.Χ. αιώνα έθεσαν ένα πρότυπο ιστοριογραφίας, το οποίο δεν ξεπεράστηκε στα επόμενα 2.500 χρόνια. Ο Ηρόδοτος συνέδεσε την επική ιστορία του των Ελληνοπερσικών πολέμων με γεωγραφικές και εθνογραφικές έρευνες τέτοιες που προαναγγέλλουν την ιστορία της ανθρωπολογίας της σύγχρονης εποχής. Ο Θουκυδίδης ιστόρησε τη σύγκρουση Αθηνών - Σπάρτης και με τα λόγια του συγγραφέα: «Καν ένα διαυγέστερο και ευφυέστερο πνεύμα δεν έχει έκτοτε εμφανισθεί στην ιστοριογραφία».
Η αρχαία Ρώμη παρέσχε στους κατοπινούς ιστορικούς ένα από τα διαρκέστερα θέματά τους, επειδή η εξέλιξή της από τις πρώτες δημοκρατικές αξίες στην εκφυλισμένη μοναρχία ήταν ένα ηθικό δίδαγμα με απεριόριστες δυνατότητες εφαρμογής σε άλλες εποχές. Υπήρξε τούτη μία από τις πολιτικές ιδέες, τις οποίες συνεισέφεραν στην ιστορία της σύγχρονης Ευρώπης ιστορικοί σαν τον Σαλούστιο, τον Λίβιο, τον Τάκιτο, τον Πολύβιο· σ’ αυτήν εστιάστηκαν πνεύματα σαν τον Μακιαβέλι και τον Γκίμπον (Γίβονα).
Κομβικά σημεία στην εξέλιξη της ιστοριογραφίας ήταν για τον συγγραφέα πρώτα ο χριστιανισμός, που έφερε μια άλλη αντίληψη της ιστορίας, γραμμικά προοδευτική προς τη σωτηρία και κατέστησε κινητήρια δύναμη τη Θεία Πρόνοια. Δεύτερο κομβικό σημείο ήταν η ουμανιστική αρχαιολατρεία, η οποία κέντρισε το ενδιαφέρον για τον αρχαίο κόσμο ως δημιουργό μιας ευρύτερης αντίληψης του ανθρώπου, της κοινωνίας και του πολιτισμού. Τρίτο, η φιλοσοφική ιστορία του Διαφωτισμού, ο οποίος έδωσε μεγάλη σημασία στο εμπόριο, την οικονομία και την κοινωνία των πολιτών. Το τέταρτο ήταν η γέννηση του 19ου αιώνα της επαγγελματικής ιστοριογραφίας, έργο πια πανεπιστημιακών επί μισθώ και υποκείμενο στις αντικειμενικές αποδείξεις με στοιχεία βασισμένα στην πραγματικότητα.
Παράλληλα, ο συγγραφέας καταδείχνει γιατί οι μεγάλοι ιστορικοί του παρελθόντος είναι αξιανάγνωστοι και ευανάγνωστοι και σήμερα. Επιλέγει αυτούς τους συγγραφείς, τους τοποθετεί σε ένα ευρύτερο πλαίσιο και μεταφέρει αποσπάσματα από τα έργα τους. Με τέτοια γλαφυρότητα ώστε ο αναγνώστης θέλει αμέσως να τρέξει να διαβάσει την περιγραφή του λοιμού των Αθηνών το 430 π.Χ. από τον Θουκυδίδη ή τη ζωντανή αναπαράσταση από τον Αμερικανό του 19ου αιώνα Φράνσις Πάρκμαν, του ταξιδιού του εξερευνητή Λασάλ, με σχεδία κατά μήκος του Μισισιπή.


Μορφές του παρελθόντος
Ο ίδιος ο συγγραφέας, με τη φρεσκάδα της προσέγγισής του σε παλιά γεγονότα και εποχές, μοιάζει με τον κοινό αναγνώστη στον οποίο απευθύνεται. Του μιλάει για το ιστορικό της εβραϊκής εξέγερσης του 1ου αιώνα, για τη βυζαντινή Αννα Κομνηνή, του 12ου αιώνα, με ζωή και πειθώ, αναβιώνοντάς τους έτσι ώστε να μένουν εντυπωμένοι στο μυαλό. Εχουν ένα πράγμα κοινό, συγγραφέας και αναγνώστης: Ο πρώτος σαν να τους πρωτοανακαλύπτει και ο δεύτερος γιατί τους πρωτοδιαβάζει.


ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ/ 14.03.08

Πάνω σε χριστιανικό ναό το Αλκαζάρ

Απομεινάρια των πολιτισμών που άνθησαν στη Θεσσαλονίκη αποκαλύπτει το υπέδαφος του Αλκαζάρ. Σύγχρονες μέθοδοι με ραντάρ και γεωτρήσεις που διεξήχθησαν στο πλαίσιο εργασιών του Μετρό έδειξαν ότι το Χαμζά Μπέη Τζαμί ή Αλκαζάρ -το πρώτο τέμενος που κατασκεύασαν οι Οθωμανοί στη Θεσσαλονίκη- χτίστηκε πάνω σε χριστιανικό ναό.
Το προγενέστερο του οθωμανικού μνημείου χριστιανικό κτίσμα διαπίστωσε γεωφυσική έρευνα που διεξήγαγε για λογαριασμό της Αττικό Μετρό το Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο. Σύγχρονες μέθοδοι με τη χρήση «ραντάρ υπεδάφους», ηλεκτροδίων «επαφής» και γεωτρήσεων επιβεβαιώνουν τις υποψίες για την παρουσία αρχαιότερου χριστιανικού ναού στη θέση του οθωμανικού μνημείου. Σημαντικές ενδείξεις αποτελούσαν η κιονοστοιχία και τα κιονόκρανα που χρησιμοποιήθηκαν για τη στέγαση θόλων και στοών στο αίθριο του τεμένους.
«Δεκαέξι από τα είκοσι δύο κιονόκρανα προέρχονται αναμφίβολα από γειτονική παλαιοχριστιανική βασιλική, τα περισσότερα από τα οποία χρονολογούνται στο τέλος του 5ου και 6ου αιώνα», εξηγεί η αρχαιολόγος της 9ης Εφορείας Βυζαντινών Αρχαιοτήτων κ. Ευτέρπη Μαρκή. Τα νέα στοιχεία για την περιοχή του Αλκαζάρ μέσα από τις εργασίες του Μετρό αποτελούν ομαδική επιστημονική εργασία των κ.κ. Ε. Μαρκή, Ε. Γιατρουδάκη, Γ. Τσόκα και Π. Τσούρλο που θα ανακοινωθεί σήμερα στο αρχαιολογικό συνέδριο. Ποιος ήταν, όμως, ο χριστιανικός ναός τα ερείπια του οποίου βρίσκονται κάτω από το αίθριο του Αλκαζάρ που σήμερα αναστηλώνεται για να στεγάσει τα αρχαιολογικά ευρήματα του μετρό; Πηγές (πράξεις του Αθω) μνημονεύουν την ύπαρξη μικρής μονής των Σαράντα Μαρτύρων στη γειτονία του Ομφαλού τον 15ο αιώνα (1420) «εν ευσήμω τόπο και οινεί της λεωφόρου μέσον», διευκρινίζει η κ. Μαρκή.
Οι έρευνες αναμένεται να φωτίσουν ταυτόχρονα και την εικόνα της οθωμανικής συνοικίας στο κέντρο της πόλης, τη μητρόπολη του βαλκανικού χώρου κατά τον 16ο και 17ο αιώνα.
Σύμφωνα με τις ενδείξεις, το 1467 στη θέση της αυλής της ερειπωμένης βυζαντινής μονής χτίστηκε από τη Χαφσά Χατούν, κόρη του Χαμζά μπέη, το τέμενος Χαμζά Μπέη τζαμί, γνωστό στους Θεσσαλονικείς ως Αλκαζάρ από τον ομώνυμο κινηματογράφο που λειτουργούσε εκεί. Ηταν ο πρώτος οθωμανικός χώρος προσευχής που ίδρυσαν οι Οθωμανοί (μέχρι τότε χρησιμοποιούσαν την Αχειροποίητο) όταν απέκτησαν πλήρη κυριαρχία στην πόλη. Το 1478 αναμορφώνεται όλη η γύρω από το κεντρικό τέμενος περιοχή, με το Μπεζεστένι, τη μολυβοσκέπαστη αγορά υφασμάτων και προϊόντων αργυροχρυσοχοΐας που διατηρείται ώς σήμερα. Την ίδια περίοδο κατασκεύασαν το Καραβάν-Σεράι (στη θέση του σημερινού δημαρχείου) κι αργότερα επεκτείνουν το τέμενος (1592) με πρόσθετους χώρους και μιναρέ. Το οικοδομικό τετράγωνο, εξηγεί η κ. Μαρκή, ήταν ένα δείγμα εκσυγχρονισμού της πόλης που αναδείκνυε την οθωμανική λειτουργία καθώς περιελάμβανε το θρησκευτικό κέντρο, την αγορά και το χάνι.


Γιώτα Μυρτσιώτη
ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ/14.03.08

Το ηφαίστειο και το μέγα ερώτημα

Προκαλεί αίσθηση το ότι ακόμα και σήμερα η μεγάλη έκρηξη του ηφαιστείου της Σαντορίνης παραμένει ένα γεγονός δραματικό τόσο στην έντασή του και στις συνέπειες που είχε όσο και για τη διχογνωμία μεταξύ των επιστημόνων.
Στη χθεσινή διάλεξη του διευθυντή των ανασκαφών της προϊστορικής Θήρας καθηγητή κ. Χρίστου Ντούμα -στην Αρχαιολογική Εταιρεία- με τίτλο «Η έκρηξη του ηφαιστείου κατά την Εποχή του Χαλκού και η διελκυστίνδα της χρονολόγησής της» φάνηκε καθαρά ότι η ακριβής χρονολόγηση της έκρηξης παραμένει έως σήμερα ένα αναπάντητο ερώτημα. Ο κ. Ντούμας χαρακτηρίζει την όλη συζήτηση διελκυστίνδα η οποία έχει προκύψει κυρίως ανάμεσα στον κύκλο των αρχαιολόγων και σε εκείνων των θετικών επιστημόνων. Από την ανάγκη που ένιωσε ο άνθρωπος να προσδιορίσει την παρουσία του στον κόσμο και τον ρόλο του σε αυτόν κατασκεύασε τους μύθους της δημιουργίας ενώ παράλληλα επινόησε συστήματα για τη μέτρηση του χρόνου. Επί του προκειμένου, η διχογνωμία σχετικά με τη χρονολόγηση της έκρηξης του θηραϊκού ηφαιστείου έγκειται σε εκατέρωθεν αμφισβήτηση της αντικειμενικότητας αφενός της ιστορικής (περ. 1500 π.Χ.) και αφετέρου της εργαστηριακής χρονολόγησης (περ. 1620/1600 π.Χ.). Η αμφισβήτηση έχει οδηγήσει σε αυτό το παιχνίδι της διελκυστίνδας γιατί σύμφωνα με τον κ. Ντούμα γίνεται μάταιος αγώνας να αντιπαραβληθούν υποκειμενικές απόψεις με εργαστηριακά δεδομένα, στοιχεία από τη φύση τους μη συγκρίσιμα. Ο κ. Ντούμας αναφέρθηκε στις διάφορες μεθόδους χρονολόγησης που έχουν ακολουθηθεί σχολιάζοντας όμως ότι όντας ο ίδιος μη θετικός επιστήμων στη διένεξη ανάμεσα στους αρχαιολόγους και τους θετικούς επιστήμονες προσπάθησε να παραμείνει αμερόληπτος. Παραδέχτηκε ότι μετά εξαντλητικές έρευνες οι θετικοί επιστήμονες έχουν σήμερα μια τεράστια βάση δεδομένων που δεν είναι δυνατόν να απορρίψει κανείς αβασάνιστα. Επίσης, ο κ. Ντούμας αναφέρθηκε διεξοδικά στις πρόσφατες ανασκαφές στο Ακρωτήρι της Θήρας προβάλλοντας και σχετικές διαφάνειες. Σε αυτές είδαμε θαλάμους που ανακαλύφθηκαν και που αποκαλύπτουν την ύπαρξη πρωτοκυκλαδικού νεκροταφείου. Έκανε λόγο για αδιατάρακτη συνέχεια στην κατοίκηση του Ακρωτηρίου έως και την εποχή της έκρηξης. Όπως ανέφερε χαρακτηριστικά το Ακρωτήρι έπαιξε αποφασιστικό ρόλο στη διακίνηση του χαλκού στη Μεσόγειο γι’ αυτό και παρουσίασε ραγδαία ανάπτυξη, η οποία βέβαια θάφτηκε βίαια κάτω από τη στάχτη της έκρηξης.

Ηλίας Μαγκλίνης, ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ / 14.03.08