Πέμπτη 21 Φεβρουαρίου 2008

Διεθνές Συνέδριο Βιοηθικής

International Congress At the Side of the Dying Person: Ethical and Operational Orientations



PONTIFICIA ACADEMIA PRO VITA

International Congress

“Close by the Incurable Sick Person and the Dying:
Scientific and Ethical Aspects”
25th - 26th February 2008

XIV GENERAL ASSEMBLY25th - 27th FEB. 2008

VATICAN CITYNEW HALL OF THE SYNOD


Program

Monday 25 Feb, 2008

Opening Session

9.30 - Greetings of the President of the PAV, H.E. Msgr. Elio SGRECCIA

9.45 - Prolusion: The Life, Gift of Love
H. Em. Card. Javier LOZANO BARRAGÁN, President of the Pontifical Council for Pastoral Health Care

10.30 - Coffee Break

First Session
Moderator: H.E. Msgr. Willem EIJK

11.00 - Sickness and Suffering in Sacred Scripture
Prof. J.B. Edart (France)

11.30 - Secularization in the Face of Pain, Suffering, and Death
Prof. J. Capizzi (USA)

12.00 - Developments of Modern Medicine in Life Support: Conquests and Risks
Prof. G. Herranz (Spain)

12.30 - Debate and/or Possible Communications from the Academicians

13.00 - Lunch

Second Session
Moderator: Msgr. Ignacio CARRASCO DE PAULA

15.30 - The Good of Life and the Good of Health: The Duty to Protect Them
Prof. J. Perez-Soba (Spain)

16.00 - Ordinary and Extraordinary Means of Preserving Life:The Teaching of the Moral Tradition
Dr. P. Taboada (Chile)

16.30 - Coffee Break

17.00 - Therapeutic Proportionality and Therapeutic Obstinacyin the Documents of the Magisterium
Prof. J. Haas (USA)

17.30 - The Principle of Ethical Propriety in the Use of Means to Preserve Life: Between Therapeutic Excess and Abandonment of the Patient
Prof. M. Calipari (Italy)

18.00 - Debate and/or Possible Communications from the Academicians

19.00 - End of the Proceedings

N.B. The Holy Father Benedict XVI has been requested to grant a special audience for those taking part in the Congress. Therefore, the scheduled programme could change according to this event.


Tuesday 26 Feb, 2008

Third Session
Moderator : Msgr. Jean LAFFITTE

9.30 - The Difference between Limitation of Therapeutic Care and Omissive Euthanasia: The Role of Medical Information
Prof. W. Sullivan (Canada)

10.00 - Deliberate Termination of Life of Newborns; the Groningen Protocol in Perspective
Dr. T.H.R. de Jong (Holland)

10.30 - Coffee Break

11.00 - Accompanying the Dying Person: A Responsibility to Share
Prof. R. Shaerer (France)

11.30 - Arranged Comunication: The "Double Normality" of Human Life
Prof. R. Spaemann (Germany)

11.50 - Debate and/or Possible Communications from the Academicians

13.00 - Lunch

Fourth Session
Moderator : Prof. Angelo Fiori

15.30 - Palliative Care, Hospices, and Household Assistance
Prof. Z. Zylicz (Poland)

16.00 - The Right to Die?
Prof. W. Höfling (Germany)

16.30 - Coffee Break

17.00 - Advice to the Incurable Sick Person
H.E. Msgr. E. Sgreccia (Italy)

17.30 - Debate and/or Possible Communications from the Academicians

19.00 - End of the Congress

INFORMATION

Taking part in the Congress is only allowed after registration, which can be done with this form or on-line at the following address:
www.academiavita.org, no later than the 16 February, 2008.
The registration fee is € 100 per person and covers taking part in the proceedings of the Congress, the receiving of illustrative material, and a working lunch on 25-26 February 2008.
This fee should be paidin one of the following ways:
- cash, at the offices of the PAV;
- a (non-transferable) bankcheque made out to the PONTIFICIA ACCADEMIA PER LA VITA, to be handed over or sent to the offices of the PAV;
- bank transfer, with IBAN: IT56G0351203200000000002245 (for transfers from abroad add the code BIC: ARTIITM2), Credito Artigiano-Roma, made out to the PONTIFICIA ACCADEMIA PER LA VITA, indicating as the reason for the transfer‘registration Congress Feb. 2008’.
During the proceedings of the Congress there will a service of simultaneous translation (Italian, English, French, Spanish).
In response to a request made by a participant, the secretariat of the PAV will issue a certificate to the effect that the participant has taken part in the Congress.
Entrance to the New Hall of the Synod (the location of the Congress) is only possible if the participant exhibits an identity badge. This can be obtained directly from the secretariat of the PAV during the days before the Congress and, in any case, no later than h. 1:00 p.m. of Saturday 23rd February, 2008.

PONTIFICIA ACADEMIA PRO VITA
Via della Conciliazione 1, 00193 Rome, ITALY
Tel. (+39) 06 69882423 FAX (+39) 06 69882014
E-mail:
pav@acdlife.va Website: www.academiavita.org

Ζωή χωρίς φάρμακα

Υπόσχεση για σημαντική εξέλιξη στις μεταμοσχεύσεις

Βοστόνη

Αμερικανοί γιατροί δοκίμασαν με επιτυχία μια πειραματική μέθοδο που απαλλάσσει τους λήπτες οργάνων από την ανάγκη να λαμβάνουν ανοσοκατασταλτικά φάρμακα για όλη τη ζωή τους, ώστε να αποτρέπουν την απόρριψη του μοσχεύματος.
Οι ερευνητές του Γενικού Νοσοκομείου της Μασαχουσέτης μετέφεραν στον οργανισμό του λήπτη όχι μόνο το όργανο του δότη, αλλά και δείγμα από το μυελό των οστών του. Τα κύτταρα του μυελού επέζησαν στον λήπτη και ανάγκασαν το ανοσοποιητικό του σύστημα να προσαρμοστεί στα ιστολογικά χαρακτηριστικά του δότη.
Τέσσερις από τους πέντε λήπτες νεφρού στους οποίους δοκιμάστηκε η μέθοδος ζουν χωρίς ανοσοκατασταλτικά φάρμακα έως και πέντε χρόνια μετά την επέμβαση.
«Υπάρχει λόγος να ελπίζουμε ότι αυτοί οι ασθενείς θα ζουν χωρίς φάρμακα για την υπόλοιπη ζωή τους» δήλωσε ο Δρ Ντέβιντ Σακς, επικεφαλής της μελέτης που δημοσιεύεται στο έγκριτο New England Journal of Medicine.
H κατάργηση των ανοσοκατασταλτικών φαρμάκων, τα οποία έχουν σοβαρές παρενέργειες, «είναι τεράστια πρόοδος» συμφώνησε Δρ Σουζάν Όλσταντ, ανοσολόγος του Πανεπιστημίου του Λούισβιλ η οποία δεν συμμετείχε στην έρευνα.
Οι ασθενείς που συμμετείχαν στο πείραμα έλαβαν νεφρούς που δώρισαν οι γονείς ή τα αδέλφια τους, ωστόσο οι επιστήμονες ελπίζουν ότι η μέθοδος θα αποδειχθεί αποτελεσματική και σε λήπτες οργάνων τα οποία δεν προέρχονται από συγγενικά πρόσωπα.
Η πολλά υποσχόμενη έρευνα δημοσιεύεται στο ίδιο τεύχος της επιστημονικής επιθεώρησης στο οποίο παρουσιάζει και ένα περιστατικό πρωτοφανές στις μεταμοσχεύσεις.
Ένα εννιάχρονο κορίτσι στην Αυστραλία άλλαξε αυθόρμητα ομάδα αίματος και υιοθέτησε το ανοσοποιητικό σύστημα του δότη όταν υποβλήθηκε σε μεταμόσχευση ήπατος.
Και σε αυτή την περίπτωση, βλαστικά κύτταρα από το δότη μετανάστευσαν από το συκώτι στο μυελό των οστών του κοριτσιού, όπου πολλαπλασιάστηκαν και άρχισαν να δίνουν αίμα διαφορετικής ομάδας.


Newsroom ΔΟΛ, με πληροφορίες από Associated Press

Spain gives go ahead to research using therapeutic cloning

Three research projects have been given permission, two in Valencia and one in MadridThe Spanish Commission for the Control of the Donation and Use of Human Stem Cells, a body which depends on the Ministry for Health and Consumer Affairs, has given the green light to the first project in Spain which will use the technique known as nucleus transfer. This is therapeutic cloning to obtain lines of stem cells which are prepared specifically from the patient.
The research is led by Miodrag Stojkovic at the Centro Prínciple Felipe de Valencia, and is intended to investigate the molecular bases of two neurological illnesses, child epilepsy and hereditary palsy. Stojkovic was the first European scientist who managed to clone a human embryo from embryonic stem cells.The Ministry for Health has also given its support to two other studies, one in Valencia and another in Madrid, but the final approval still has to be obtained from the regional governments in each region.

http://www.typicallyspanish.com / 24.01.08

Espagne: l'Eglise et le gouvernement s'opposent sur les questions de la famille

Α l'appel de l'archevêque de Madrid, plusieurs centaines de milliers de personnes se sont réunies dimanche dernier à Madrid pour défendre "la famille chrétienne". A cette occasion, le pape Benoît XVI s'est adressé aux manifestants en direct de Rome : "cela vaut la peine de travailler pour la famille et pour l'être humain", a t-il déclaré.
Plusieurs discours ont dénoncé la loi sur l'avortement, le mariage homosexuel, la facilitation du divorce ou le programme des cours d'éducation civique. Le cardinal Agustin Garcia-Gasco, archevêque de Valence, a attaqué la "culture de la laïcité radicale" qui mène à la "dissolution de la démocratie".
Le Parti socialiste (PSOE) a réagi via un communiqué intitulé "les choses à leur place". Le PSOE accuse l'Eglise catholique de s'éloigner "des fondements essentiels de la démocratie".


Le Figaro 31/12/07
La Croix (Elodie Cuzin) 03/01/08

Ο Υπόκοσμος στην αρχαιότητα

ΑΝΔΡΕΑΣ ΠΑΝΑΓΟΠΟΥΛΟΣ

Catherine Salles: «H άλλη όψη της αρχαιότητας (O υπόκοσμος)». Mετάφραση: Kώστας Tσιταράκης. Eκδόσεις Παπαδήμα, 2005, σελ. 354.

Oι κλασικοί φιλόλογοι, οι αρχαιο-ιστορικοί και οι αρχαιολόγοι από καιρό σε καιρό συναντούν πληροφορίες για την άλλη όψη της αρχαιότητας, ελληνικής και ρωμαϊκής, του υποκόσμου δηλαδή, αλλά δεν συνειδητοποιούν κάτι, που είναι φυσικό, ότι δηλαδή το κακό σε όλες του τις εκφάνσεις είναι τόσο διαδεδομένο, όσο τουλάχιστον το καλό. Aυτό οφείλεται αφενός στο ότι και τα κείμενα και οι ίδιοι οι ερμηνευτές τους είναι, σε ένα βαθμό, περισσότερο ιδεαλιστές και βελτιόδοξοι του παρελθόντος από όσο θα επέτρεπε ο πραγματισμός, αφετέρου στο ότι το καλό είναι προϊόν αρετής, δηλαδή έξεως προαιρετικής του αγαθού, ενώ το κακό όχι τόσο της κακίας, όσο της ανάγκης, αφού υποτίθεται, κατά την κυρίαρχη φιλοσοφική αντίληψη, που πηγάζει από τον Σωκράτη, «ουδείς εκών κακός». Aυτό το κλόνισαν ο Πρωταγόρας και οι άλλοι σοφιστές και διαφωτιστές, αλλά δεν το κατέρριψαν. Aπλώς πρέπει να προσγειωθούμε στην πραγματικότητα περισσότερο οι αρχαιογνώστες, και μάλιστα οι εκπαιδευτικοί, και να αποκτήσουμε (πιο) άγρυπνο βλέμμα. Kαι το βιβλίο της Catherine Salles προς αυτήν ακριβώς την κατεύθυνση μας βοηθάει. Mόνο που το έκανε με πρόδηλη την ορμή του νεοφωτίστου στα κλασικά, και μάλιστα στα ελληνικά, αφού διδάσκει «Pωμαϊκό πολιτισμό» στο Πανεπιστήμιο Paris X - Nanterre.

Eπί ενός μόνο μέρους του θέματος, του ερωτικού, ο ίδιος εκδοτικός οίκος έχει βγάλει τέσσερα ακόμη βιβλία των Pierre Grimal, «O έρωτας στην αρχαία Pώμη», Robert Flaceliere, «O έρωτας στην αρχαία Eλλάδα», Violaine Vanoyere, «H πορνεία στην αρχαία Eλλάδα» και Reinsberg Carola, «Γάμος, εταίρες και παιδεραστία στην αρχαία Eλλάδα», πράγμα που κάτι δείχνει για τις προτεραιότητες του σύγχρονου αναγνωστικού κοινού μας, αλλά το παρόν έργο επεκτείνει κατά πολύ το θέμα των συναφών διαφυλικών, διαταξικών και διεθνών σχέσεων.

Tο έργο διαρθρώνεται σε δύο μέρη, Eλλάδα - Pώμη, δηλαδή ουσιαστικά Aστυ - Urbs. Tο πρώτο περιλαμβάνει άνδρες, γυναίκες, παιδιά (α) στις τρεις πόλεις Aθήνα, Kόρινθο και (Πτολεμαϊκή) Aλεξάνδρεια, (β) τον κόσμο των χαμένων παιδιών (εδώ είναι το «φυτώριο» των ενήλικων πορνών και κακοποιών, φυσικά), γ) εταίρες, «συνοδοί» και αλήτες, δ) γλέντια και συμπόσια, ε) στο τέλος του γλεντιού και στ) το βασίλειο της ηδονής (με πρώτο υποκεφάλαιο το «Oλόκληρη η Eλλάδα αναστενάζει στην πόρτα της Λαΐδας» – μόνο το «η σοβαρόν γελάσασα καθ’ Eλλάδος» της ξέφυγε της Γαλλίδας).

Tο δεύτερο μέρος περιέχει άλλα έξι κεφάλαια με τη Pώμη: α) H Pώμη του Πλαύτου, β) Oι «ελληνικές» απολαύσεις, γ) Mετατροπές και βιαιότητες (με πρώτο υποκεφάλαιο το «Oι αφέντες του κόσμου δεν έχουν ούτε βώλο γης δικό τους», δ) H Pώμη του κινδύνου και της αυταπάτης ε) Tαβέρνες, πανδοχεία και οίκοι ανοχής και στ) H «απαράμιλλη ζωή». Aκολουθούν: (ανεπαρκής) Eπίλογος, πέντε πολύ χρήσιμα Παραρτήματα, Bιβλιογραφία και (ατελές) Eυρετήριο.

Συνολικά πολύ ενδιαφέρον και «πικάντικο» βιβλίο, αξιοπρόσεκτο εκδοτικό προϊόν.

* O Aνδρέας Παναγόπουλος είναι καθηγητής της Kλασικής Φιλολογίας του Πανεπιστημίου Πατρών.

ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ

Σχολή Διδασκαλίας της Ιστορίας Της Τέχνης

ΣXOΛH ΔIΔAΣKAΛIAΣ THΣ IΣTOPIAΣ THΣ TEXNHΣ:
AΠO THN ITAΛIA ΣTH ΔYTIKH KAI KENTPIKH EΛΛAΔA
Πρόγραμμα μαθημάτων: 7 Nοεμβρίου 2007 - 19 Mαρτίου 2008. Tετάρτη, ώρα 6-8 μ.μ.


Φεβρουάριος 2008

MARTIN KREEB, Kαθηγητής του Πανεπιστημίου Πατρών, 6 Φεβρουαρίου 2008 Mνημεία και χώροι της Aιτωλοακαρνανίας.

IΩANNHΣ ΠAΠAΠOΣTOΛOY, Ομ. Καθηγητής του Πανεπιστημίου, 13 Φεβρουαρίου 2008 Θέρμος.

BAΣIΛIKH AΔPYMH ΣIΣMANH, Διευθύντρια του Αρχαιολογικού Ινστιτούτου Θεσσαλικών Σπουδών, 20, 27 Φεβρουαρίου 2008 H Θεσσαλία στην ύστερη εποχή του χαλκού. Η μυθική Ιωλκός και η παρουσία των Μυκηναίων στη Θεσσαλία. - Tοπογραφία Mαγνησίας. Oι νεολιθικοί οικισμοί Σέσκλου, Διμηνίου και Kάρλας καθώς και τα σημαντικότερα μνημεία της Mαγνησίας.

Μάρτιος 2008

ΦANOYPIA ΔAKOPΩNIA, Έφορος Aρχαιοτήτων ε.τ., 5, 12 Mαρτίου 2008 Aρχαία Aνατολική Λοκρίδα. Iστορία, μνημειακή τοπογραφία και νέα αρχαιολογικά ευρήματα – Η ναυτιλία των Μυκηναίων.
BAΣIΛEIOΣ ΠETPAKOΣ, Aκαδημαϊκός, Γενικός Γραμματεύς της Aρχαιολογικής Eταιρείας, 19 Mαρτίου 2008 Δελφοί.


Οι εγγραφές γίνονται καθημερινώς 8.00 π.μ. ως 13.30 μ.μ., στα γραφεία της Aρχαιολογικής Eταιρείας κατά σειράν προτεραιότητος.

Η ΕΝ ΑΘΗΝΑΙΣ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ

Οι άριστοι οιωνοί και η επαχθής κληρονομία

* Παραλαμβάνει σοβαρές εκκρεμότητες, οι περισσότερες από τις οποίες χρονολογούνται από δεκαετίες

Ι. Μ. ΚΟΝΙΔΑΡΗΣ

Μετά τη διαβεβαίωσή Του ενώπιον του Προέδρου της Δημοκρατίας και την κατά την εκκλησιαστική τάξη ενθρόνισή Του ανέλαβε και τυπικώς τα καθήκοντά του ως Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και πάσης Ελλάδος ο εκλεγείς με απόλυτη πλειονοψηφία ήδη από τη δεύτερη ψηφοφορία από Θηβών και Λεβαδείας Ιερώνυμος Β'.

Το πρώτο δείγμα γραφής του νέου Αρχιεπισκόπου στις συγκρατημένες και συγκροτημένες δηλώσεις του στα μέσα ενημερώσεως αφορούσε και ταυτοχρόνως έτεμνε δύο κομβικά ζητήματα, τον απόλυτο σεβασμό του επισκοποσυνοδικού συστήματος και τις σχέσεις με το Οικουμενικό Πατριαρχείο.

Ο νέος Αρχιεπίσκοπος κατέστησε δηλ. σαφές ότι είναι ίσος μεταξύ ίσων, Μητροπολίτης της εκκλησιαστικής επαρχίας των Αθηνών και απλώς πρόεδρος των κεντρικών διοικητικών οργάνων της Εκκλησίας. Με τον τρόπο αυτό κατέδειξε τον απόλυτο σεβασμό του τόσο στον Πατριαρχικό και Συνοδικό Τόμο του 1850, με τον οποίο ανακηρύχθηκε η Αυτοκέφαλη Εκκλησία της Ελλάδος, όσο και στην αντίστοιχη Πράξη του 1928, με την οποία Μητροπόλεις του Οικουμενικού Θρόνου δόθηκαν επιτροπικώς προς διοίκηση εν τοις επί μέρους στην Εκκλησία της Ελλάδος, διατηρουμένου του επ' αυτών ανώτατου κανονικού δικαιώματος του Οικουμενικού Πατριαρχείου.

Οι οιωνοί, λοιπόν, υπό τους οποίους αναλαμβάνει ο νέος Αρχιεπίσκοπος τα καθήκοντά του είναι άριστοι.

Παραλαμβάνει όμως και σοβαρές εκκρεμότητες, οι περισσότερες από τις οποίες χρονολογούνται από δεκαετίες. Περιορίζομαι εδώ να σημειώσω, όλως αδρομερώς, τις μείζονες που αφορούν στο ευρύτερο πλαίσιο των σχέσεων Εκκλησίας - Πολιτείας.

* Το ζήτημα της μοναστηριακής περιουσίας, στο οποίο η Σύμβαση με το Ελληνικό Δημόσιο του 1988 είχε τελικώς την ίδια τύχη με την αντίστοιχη του 1952, δηλ. δεν εφαρμόστηκε ποτέ, έτσι ώστε να επικρατεί πλήρης ανασφάλεια δικαίου και συναλλαγών...

* Το ζήτημα της εκκλησιαστικής εκπαιδεύσεως, όπου η ανωτατοποίηση των Ανώτερων Εκκλησιαστικών Σχολών δημιούργησε σοβαρά προβλήματα συνταγματικότητας, όπως αποδεικνύει η επιστροφή των εκτελεστικών του νόμου προεδρικών διαταγμάτων από το Συμβούλιο της Επικρατείας, αλλά και οι δυσκολίες στην επάνδρωση με φοιτητές και στελέχωση με προσωπικό των Ανώτατων αυτών Ακαδημιών...

* Το ζήτημα της εκκλησιαστικής δικαιοσύνης, όπου το νομοσχέδιο που εκκρεμεί προς ψήφιση συνάντησε ήδη σοβαρές αντιδράσεις τόσο στους κόλπους της Ιεραρχίας όσο και από την πλευρά του Οικουμενικού Πατριαρχείου...

* Το ζήτημα της δυνατότητας θέσεως σε διαθεσιμότητα και στη συνέχεια απομακρύνσεως από τον θρόνο Μητροπολιτών με απόφαση της Διαρκούς Ι. Συνόδου που εισήχθη με προφανώς αντισυνταγματική και αντικανονική τροποποίηση του Καταστατικού Χάρτη το 1981...
Ο νέος Αρχιεπίσκοπος είναι βαθύς γνώστης όλων αυτών των προβλημάτων. Και με τη σύνεση και τη σοφία που τον διακρίνουν είναι σε θέση να προωθήσει λύσεις. Ισως μάλιστα για κάποια από τα εκκρεμή ζητήματα τοποθετηθεί και κατά τον ενθρονιστήριο λόγο Του, ο οποίος δεν είναι βέβαια γνωστός την ώρα που γράφονται οι γραμμές αυτές.


Ευελπιστούμε!

Ο κ. Ι. Μ. Κονιδάρης είναι καθηγητής της Νομικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών.

Το ΒΗΜΑ, 17/02/2008 , Σελ.: A19

Αναγκαίος ο διαχωρισμός από το κράτος

ΝΙΚΟΣ ΜΟΥΖΕΛΗΣ

Από την περασμένη Πέμπτη η Εκκλησία της Ελλάδος ποιμαίνεται από νέο αρχιεπίσκοπο. Τόσο όμως η δεκαετής θητεία του μακαριστού Χριστόδουλου στον αρχιεπισκοπικό θρόνο και ο τρόπος με τον οποίο χειρίστηκε τα εκκλησιαστικά θέματα όσο και η προεκλογική διαδικασία που ακολούθησε τον θάνατό του εγείρουν ερωτήματα, με πρώτο εκείνο του ρόλου της Εκκλησίας στις σημερινές συνθήκες. Πρέπει η Εκκλησία να είναι ελεύθερη από κρατικές παρεμβάσεις, από τον ασφυκτικό πολλές φορές εναγκαλισμό της πολιτείας και της πολιτικής, πραγματικά αυτοδιοικούμενη με βάση τους ιερούς κανόνες, τις ιερές παραδόσεις της; Πρέπει το λάδι της Εκκλησίας να χρησιμοποιείται για να ανάβουν συγκρούσεις; Πρέπει να περιοριστεί μόνο στον θρησκευτικό της λόγο ή μπορεί αυτός να γίνεται και πολιτικός; Το «άνοιγμα» στην κοινωνία σημαίνει και εκκοσμίκευση; Στο σημερινό αφιέρωμα, τρεις πανεπιστημιακοί επιχειρούν να δώσουν απαντήσεις και να προσδιορίσουν τον ρόλο που καλείται να διαδραματίσει η Εκκλησία στο μέλλον.

Μετά την εθνική εξέγερση του 1821 και τη σύσταση του ελληνικού κράτους-έθνους βλέπουμε σαφή διαφοροποίηση ανάμεσα στις θρησκευτικές και πολιτικές λειτουργίες. Πολλές από τις πολιτικές λειτουργίες που, στην οθωμανική περίοδο, ασκούνταν από την Εκκλησία μεταβιβάστηκαν στο νεοσύστατο κράτος. Η σταδιακή όμως διαφοροποίηση μεταξύ πολιτικών και θρησκευτικών ρόλων σταμάτησε με τον καταστατικό χάρτη της Εκκλησίας το 1833. Στη μεταπολίτευση ο καταστατικός χάρτης του 1977 ενίσχυσε σε κάποιο βαθμό την εκκλησιαστική αυτονομία. Η επέμβαση των κομμάτων και της κυβέρνησης έπαψε να είναι τόσο άμεση όσο στο παρελθόν. Παρ' όλα αυτά όμως η διαφοροποίηση Εκκλησίας και κράτους παραμένει σε πολύ χαμηλά επίπεδα. Αυτή η κατάσταση έχει επιπτώσεις και στους δύο θεσμικούς χώρους.

* Οι σχέσεις θρησκευτικού και πολιτικού
Σε ό,τι αφορά τον θρησκευτικό χώρο η Εκκλησία από τον 19ο αιώνα ως σήμερα αποτελεί σε μεγάλο βαθμό επέκταση της κρατικής γραφειοκρατίας. Ετσι, για παράδειγμα, οι ιερείς πληρώνονται από τον κρατικό προϋπολογισμό και υπάγονται στο υπουργείο Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων. Αυτό οδηγεί σε μια κατάσταση όπου η πελατειακή νοοτροπία και ο αμοραλισμός, που παρατηρεί κανείς στη δημόσια διοίκηση, μεταφέρονται λίγο - πολύ αυτόματα στους διοικητικούς μηχανισμούς της Εκκλησίας.
Οσον αφορά τώρα τον πολιτικό χώρο είναι πάλι η έλλειψη διαφοροποίησης μεταξύ του πολιτικού και του θρησκευτικού που εξηγεί την ευκολία με την οποία οι πολιτικές ελίτ από τον 19ο αιώνα ως τη μεταπολίτευση επενέβαιναν δυναμικά και επηρέαζαν σε μεγάλο βαθμό τα θρησκευτικά πράγματα. Βέβαια και το αντίθετο συνέβαινε. Οι θρησκευτικές ηγεσίες επενέβαιναν στον πολιτικό χώρο - κυρίως όταν τα διάφορα προνόμιά τους ετίθεντο σε αμφισβήτηση. Βέβαια οι εκκλησιαστικές επεμβάσεις έγιναν πολύ πιο δυναμικές με την άνοδο στον αρχιεπισκοπικό θρόνο του μακαριστού Χριστόδουλου. Κατ' αυτήν την περίοδο οι εκκλησιαστικές επεμβάσεις έγιναν πολύ πιο δυναμικές και συγχρόνως αντιδημοκρατικές. Η εκκλησιαστική εξουσία πολιτικοποιείται ή και κομματικοποιείται: ο εκκλησιαστικός άμβωνας συχνά μετατράπηκε σε πολιτική/κομματική πλατφόρμα, βασικά ανθρώπινα δικαιώματα αμφισβητήθηκαν (π.χ. η περίπτωση των ταυτοτήτων) - ενώ ο Αρχιεπίσκοπος ex cathedra έπαιρνε θέσεις αντίθετες προς την κυβερνητική εξωτερική πολιτική. Βέβαια, ως έναν βαθμό, αυτού του είδους ο θρησκευτικός επεκτατισμός σχετιζόταν με την εκρηκτική, άκρως φιλόδοξη, προσωπικότητα του Αρχιεπισκόπου. Σχετιζόταν όμως επίσης και με την έλλειψη θεσμικής διαφοροποίησης μεταξύ του θρησκευτικού και του πολιτικού χώρου.
Με βάση τα παραπάνω είναι προφανές πως ο διαχωρισμός μεταξύ κράτους και Εκκλησίας πρέπει να προχωρήσει. Ο διαχωρισμός όχι μόνο θα κάνει το πολίτευμα πιο δημοκρατικό αλλά θα βοηθήσει ώστε να γίνει ο ρόλος της Εκκλησίας λιγότερο πολιτικός/κομματικός και περισσότερο πνευματικός/φιλανθρωπικός.


* Ελληνικότητα και Ορθοδοξία
Για ορισμένους στοχαστές ο διοικητικός διαχωρισμός κράτους και Εκκλησίας μπορεί να οδηγήσει σε αποσύνδεση της ελληνικότητας από την Ορθοδοξία. Μπορεί δηλαδή να πάψει η χριστιανο-ορθόδοξη κληρονομιά να είναι αναπόσπαστο κομμάτι της εθνικής ταυτότητας του Νεοέλληνα. Γιατί, αν αυτή η ταυτότητα είναι το αποτέλεσμα συνδυασμού της αρχαίας ελληνικής και της ανατολικο-χριστιανικής κληρονομιάς μας, αυτός ο μοναδικός συνδυασμός παίρνει σάρκα και οστά σε ένα θεσμικό σύστημα όπου κράτος και Εκκλησία είναι αναπόσπαστα συνδεδεμένα.
Νομίζω ότι το παραπάνω επιχείρημα είναι λανθασμένο. Η παραπέρα διαφοροποίηση του κρατικού και του θρησκευτικού χώρου, υπό τη μορφή της μεγαλύτερης αυτονομίας της Εκκλησίας από το κομματικοκρατικό σύστημα, δεν σημαίνει στεγανοποίηση. Σημαίνει απλώς ότι οι δεσμοί θα είναι διαφορετικοί. Οι δεσμοί θα είναι τέτοιοι που θα οδηγούν από τη σημερινή κυριαρχία της κομματικοκρατικής λογικής πάνω στη θρησκευτική/πνευματική λογική σε μια κατάσταση όπου οι σχετικά αυτόνομες λογικές του κρατικού και του εκκλησιαστικού χώρου θα συνυπάρχουν σε κατάσταση αλληλοσεβασμού, σε κατάσταση ισορροπίας.
Η διασύνδεση ελληνικότητας και Ορθοδοξίας είναι αναμφισβήτητη αλλά πρέπει να τη δει κανείς στο επίπεδο του έθνους και του πολιτισμού και όχι σε αυτό του κράτους. Πράγματι δεν υπάρχει αμφιβολία ότι και η αρχαία ελληνική παράδοση (όπως επηρέασε τον πρωτοχριστιανισμό και όπως στη συνέχεια διαμορφώθηκε από τον δυτικό Διαφωτισμό) και η παράδοση της Ανατολικής Εκκλησίας αποτελούν σήμερα συστατικά στοιχεία της πολιτισμικής κληρονομιάς μας, δηλαδή της εθνικής μας ταυτότητας. Ως έθνος και ως πολιτισμός είμαστε βαθιά διαποτισμένοι και από τις δύο αυτές παραδόσεις.
Αυτό όμως με κανέναν τρόπο δεν προϋποθέτει και δεν νομιμοποιεί τη διαιώνιση των σημερινών διοικητικών σχέσεων μεταξύ Εκκλησίας και κράτους.
Επιπλέον, αν εστιάσουμε τη διασύνδεση ελληνικότητας και Ορθοδοξίας στο επίπεδο του κράτους και όχι σε αυτό του έθνους/πολιτισμού, τότε οδηγούμαστε αυτόματα στο απαράδεκτο συμπέρασμα ότι όποιος δεν ασπάζεται τα δόγματα ή τις συγκεκριμένες θεσμικές μορφές της Εκκλησίας (γιατί είναι άθεος, «αιρετικός», «αλλόθρησκος» κτλ.) παύει να είναι «πραγματικός» Ελληνας ή στην καλύτερη περίπτωση είναι Ελληνας δεύτερης κατηγορίας.


* Εκκλησιαστική δημοκρατία
Ενα άλλο επιχείρημα εναντίον του διαχωρισμού Εκκλησίας και κράτους είναι πως, δεδομένης της αυταρχικής οργάνωσης και εσωστρέφειας της εκκλησιαστικής ιεραρχίας, η μείωση του κρατικού ελέγχου μπορεί να χειροτερεύσει αντί να καλυτερεύσει τα πράγματα. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η αναζωογόνηση της Εκκλησίας χρειάζεται όχι μόνο απαγκίστρωση από τον κρατικό Λεβιάθαν αλλά και εσωτερική μεταρρύθμιση, δηλαδή μια πιο ανοιχτή κατάσταση όπου το λαϊκό στοιχείο και οι διάφοροι αντιπρόσωποί του να έχουν μεγαλύτερη συμμετοχή στον χώρο λήψης βασικών αποφάσεων.
Αλλά για να είναι η εσωτερική μεταρρύθμιση αποτελεσματική θα πρέπει να προέλθει μέσα από τους κόλπους της ίδιας της Εκκλησίας, μέσω των μεταρρυθμιστικών δυνάμεων που ήδη υπάρχουν στον εκκλησιαστικό χώρο. Αυτές οι προοδευτικές δυνάμεις όχι μόνο υπάρχουν αλλά και έχουν τη δυνατότητα να αναπτυχθούν στο νέο ευνοϊκό κλίμα που επικρατεί σήμερα: ένα κλίμα όπου σημαντικό μέρος της νεολαίας, αντιδρώντας στην κυρίαρχη καταναλωτική νοοτροπία της κοινωνίας μας, στρέφεται ξανά προς πνευματικές αξίες και θρησκευτικούς προσανατολισμούς.


Ο διαχωρισμός κράτους και Εκκλησίας μπορεί να βοηθήσει στην αλλαγή του ρόλου της τελευταίας στη χώρα μας. Μπορεί να οδηγήσει σε μια Εκκλησία πιο πνευματική και συγχρόνως πιο δημοκρατική.

Ο κ. Νίκος Μουζέλης είναι ομότιμος καθηγητής Κοινωνιολογίας στην LSE.

Το ΒΗΜΑ, 10/02/2008 , Σελ.: B20

Η πίστη και η θρησκευτική ελευθερία

Μ. ΣΤΑΘΟΠΟΥΛΟΣ

Το θρησκευτικό συναίσθημα και οι μεταφυσικές αγωνίες πάντοτε θα υπάρχουν σε (μεγαλύτερο ή μικρότερο) μέρος της κοινωνίας και μαζί τους θα υπάρχει και η θρησκεία (ή οι θρησκείες). Επομένως η θρησκευτική συνείδηση είναι άξια κάθε σεβασμού. Το ίδιο όμως άξια σεβασμού είναι και η θρησκευτική ελευθερία, που αποτελεί ένα από τα πιο θεμελιώδη ανθρώπινα δικαιώματα. Θρησκευτική ελευθερία σημαίνει ελευθερία του καθενός να ανήκει ή να μην ανήκει σε μια θρησκεία, να πιστεύει ή να μην πιστεύει ή να πιστεύει διαφορετικά, τελικά να μην ενοχλείται γι' αυτό που πιστεύει και που είναι δικό του προσωπικό ζήτημα.
Για την Ελληνορθόδοξη Εκκλησία με τη μακρά παράδοση, ριζωμένη στην ελληνική κοινωνία, οι διαπιστώσεις αυτές σημαίνουν, πρώτον, ότι είναι σημαντική η αποστολή της, αφού στους κόλπους της ικανοποιούν τα θρησκευτικά τους συναισθήματα οι πιστοί της. Και, δεύτερον, ότι η όποια δράση της δεν θα πρέπει να εκφράζει έλλειψη σεβασμού για τη θρησκευτική ελευθερία και του τελευταίου πολίτη και της οποιασδήποτε μειονοτικής κοινότητας ή άλλης ομάδας που θέλει να σκέφτεται και να συμπεριφέρεται διαφορετικά.
Ειδικότερα η Εκκλησία και ιδίως, φυσικά, η εκκλησιαστική ηγεσία που την εκπροσωπεί θα πρέπει, μεταξύ άλλων:


* Να ανοίγεται, βέβαια, στην κοινωνία, αλλά με εκκλησιαστικό λόγο, όχι με πολιτικό. Ο πρώτος μπορεί να λειτουργεί ενωτικά και να αυξάνει το κύρος της Εκκλησίας, ο δεύτερος είναι διχαστικός (όπως ήταν τα τελευταία δέκα χρόνια). Να μη διεκδικεί πολιτικές εξουσίες, εκκοσμικεύοντας τη θρησκεία. Οι ιεράρχες έχουν πνευματική και όχι «κοσμική» αποστολή.
* Να είναι διαλλακτική και ανεκτική. Η αδιαλλαξία και η μισαλλοδοξία εκτρέφουν τον φανατισμό, τον ρατσισμό, τα μίση. Οι πρωτοβουλίες των εκπροσώπων της για τη διάδοση της διδασκαλίας και της λατρείας της ή για την ενίσχυση του θρησκευτικού φρονήματος των παθητικών ή αδιάφορων ή για άλλους λόγους μη ενεργών μελών του πληρώματός της δεν πρέπει να συνοδεύονται με έμμεσους εξαναγκασμούς ούτε με καταφρονητική ή απαξιωτική διάθεση για όσους δεν συμμερίζονται τις θέσεις τους (όπως γινόταν τα τελευταία δέκα χρόνια). Ο σεβασμός της θρησκευτικής ελευθερίας σημαίνει σεβασμό της διαφορετικότητας. Ο χριστιανισμός είναι θρησκεία της αγάπης («Ο Θεός αγάπη εστίν», κατά τον Ευαγγελιστή Ιωάννη), ιδίως απέναντι σε αυτούς που διαφωνούν. Και όποιος αγαπά δεν «περπερεύεται» και δεν «φυσιούται» (κατά τα λόγια του Απόστολου Παύλου), δηλαδή δεν κομπάζει και δεν φουσκώνει αλαζονικά.
* Να συμφιλιώνει σε κάθε βήμα της τη θρησκεία με τα ανθρώπινα δικαιώματα. Η διακήρυξη του αποθανόντος Αρχιεπισκόπου «ή θα πιστεύετε στον Θεό και την Ορθοδοξία ή στα ανθρώπινα δικαιώματα» (που προφανώς έγινε επειδή η επίκληση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων αποδυναμώνει τελείως κάποιες θεοκρατικές απόψεις) έφερναν τη θρησκεία σε ανταγωνιστική αντιπαράθεση με τον σημερινό νομικό πολιτισμό, που εκφράζεται πρώτιστα με τον σεβασμό των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
* Να αποφεύγει μεγαλομανείς συμπεριφορές. Να δίνει πρώτη αυτή το παράδειγμα της σεμνότητας, αντί να υψώνει τον εαυτό της σε τιμητή των πάντων («ο υψών εαυτόν ταπεινωθήσεται και ο ταπεινών εαυτόν υψωθήσεται»).
* Να αποφεύγει τη δημαγωγία (αλλάζοντας μάλιστα πρόσωπο, ανάλογα με το κοινό στο οποίο απευθύνεται) και τις αφοριστικές αποστροφές. Ειλικρίνεια και συνέπεια είναι χαρακτηριστικά των πνευματικών ταγών. Να ασκεί μεν κριτική, αλλά χωρίς να κινδυνολογεί γενικόλογα και χωρίς να διεγείρει τους πολίτες εναντίον της πολιτειακής αρχής ή εναντίον εκείνων που θεωρεί αντιπάλους της. Να αποφεύγει τη ρήξη με την πολιτική εξουσία και με μεγάλο μέρος του λαού, εκείνο που ακολουθεί το πνεύμα του διαφωτισμού και την παράδοση ενός Ρήγα Φεραίου και ενός Αδαμάντιου Κοραή (που δεν είναι τυχαίο ότι οι ανδριάντες τους κοσμούν τα Προπύλαια του Πανεπιστημίου Αθηνών).
* Να αποφεύγει τις εθνικιστικές εξάρσεις και τα οράματα μιας Ελλάδας Ελλήνων Ορθοδόξων, κατά το πρότυπο της χούντας των Συνταγματαρχών που οραματίζονταν την Ελλάδα Ελλήνων Χριστιανών.
* Να διαθέτει πολλές δυνάμεις της, πέρα από το καθαρώς εκκλησιαστικό (πνευματικό, κατηχητικό, λατρευτικό κ.λπ.) έργο της, και σε κοινωφελή έργα, τα οποία, εκτός από τη χρησιμότητά τους, θα της προσδώσουν περισσότερο κύρος και επιρροή.
* Να συζητήσει, τέλος, με την Πολιτεία την καθιέρωση και στην πράξη (όχι μόνο στα λόγια) των διακριτών ρόλων Πολιτείας και Εκκλησίας, σε ένα σύστημα διάκρισης αρμοδιοτήτων, δηλαδή σύστημα μη ανάμειξης του ενός μέρους στις υποθέσεις του άλλου («απόδοτε τα του Καίσαρος τω Καίσαρι και τα του Θεού τω Θεώ»), που φυσικά δεν αποκλείει τη φιλική συνεργασία σε πολλά θέματα κοινού ενδιαφέροντος.
Ο μόλις εκλεγείς στον αρχιεπισκοπικό θρόνο (αφού συντάχθηκαν οι παραπάνω γραμμές) σεμνός και συνετός ιεράρχης κ. Ιερώνυμος πιστεύω ότι είναι σε θέση να εκπληρώσει τις παραπάνω προσδοκίες. Είναι άλλωστε αυτός που μιλούσε κριτικά για «εκκοσμίκευση» της Εκκλησίας τα τελευταία χρόνια.



Ο κ. Μιχάλης Σταθόπουλος είναι καθηγητής του Αστικού Δικαίου, πρώην υπουργός Δικαιοσύνης.

Το ΒΗΜΑ, 10/02/2008 , Σελ.: B22

Ποιος πρέπει να είνα ο ρόλος της Εκκλησίας

Το γράμμα και η ουσία

ΙΩΑΝΝΗΣ Μ. ΚΟΝΙΔΑΡΗΣ

Η Ορθόδοξη Εκκλησία στο νεότερο ελληνικό κράτος ξεκίνησε εξαρχής στραβά. Η πραξικοπηματική ανακήρυξη της αυτοκεφαλίας της, ως «Εκκλησίας του Βασιλείου της Ελλάδος», με το διάταγμα του 1833, ασφαλώς είχε τη σφραγίδα της οθωνικής αντιβασιλείας, αλλά εξέφραζε και την επιθυμία μέρους τουλάχιστον της εγχώριας πολιτικής ηγεσίας.

Τούτο αποδεικνύεται αναμφιβόλως από το γεγονός ότι και μετά τον Πατριαρχικό και Συνοδικό Τόμο, που, μετά μακρά περίοδο κυήσεως, εκδόθηκε το 1850 και κήρυξε το πρώτον την Εκκλησία της τότε Ελλάδας αυτοκέφαλη, η Πολιτεία περιφρόνησε επιδεικτικώς τους όρους υπό τους οποίους εκχωρήθηκε το αυτοκέφαλο. Και στη διατύπωση του Τόμου, ότι η ανακηρυσσόμενη ως αυτοκέφαλη Εκκλησία θα διοικείται «κατά τους θείους και ιερούς κανόνας ελευθέρως και ακωλύτως από πάσης κοσμικής επεμβάσεως», απήντησε με τους νόμους του 1852 με τους οποίους εγκαινίασε τη ρύθμιση με νόμο της Πολιτείας των εσωτερικών ζητημάτων της Εκκλησίας. Ετσι δημιουργήθηκε και επικράτησε εθιμικώς η έκδοση του Καταστατικού Χάρτη διοικήσεως της Εκκλησίας με νόμο της Πολιτείας.
Συνέπεια του γεγονότος αυτού ήταν η σταδιακή εξαλλαγή της φύσεως της Εκκλησίας, η οποία από θεοΐδρυτος οργανισμός κατέληξε νομικό πρόσωπο, δημοσίου μάλιστα δικαίου, και η στρέβλωση του ρόλου του Επισκόπου, ο οποίος από προεστώς της ευχαριστιακής κοινότητας, ως διάδοχος των Αποστόλων, μεταβλήθηκε σε οιονεί πολιτειακό όργανο, επικεφαλής ενός νομικού προσώπου και τελικώς μέρος της κρατικής εξουσίας.


Είναι δε γεγονός ότι η εργώδης αυτή προσπάθεια της πολιτικής εξουσίας να καθυποτάξει την Εκκλησία συνάντησε ανύπαρκτη και πάντως ανεπαρκή αντίσταση της τελευταίας, σε ορισμένες μάλιστα περιπτώσεις έγινε μετά από αίτημα της ίδιας της Εκκλησίας. Θα μπορούσε, λοιπόν, κανείς να κάνει λόγο για μια αμφίδρομη έλξη μεταξύ της πολιτικής εξουσίας και της εκκλησιαστικής διοικήσεως. Ετσι, στην πορεία, με τη βοήθεια και των συχνών και ενίοτε μακρών ανώμαλων περιόδων στην ιστορία του τόπου, το εκκλησιαστικό γεγονός επικαλύφθηκε με στρατιωτικά αγήματα και μπάντες και κατήντησε ήχος και χρώμα...
Μετά τη δραματική περιπέτεια της στρατιωτικής δικτατορίας των συνταγματαρχών επικράτησε να γίνεται λόγος για τους «διακριτούς ρόλους» Εκκλησίας και Πολιτείας. Την επωδό αυτή συνηθίζουν να πιπιλίζουν σαν καραμέλα πολιτικοί και εκκλησιαστικοί ταγοί προκειμένου να αποφύγουν την ουσία του πράγματος, τον ακριβή δηλ. προσδιορισμό των ορίων των ρόλων αυτών. Εκεί ακριβώς οι απόψεις διίστανται και κάθε πλευρά τοποθετεί αλλού τα όρια του ρόλου της.


Η τοποθέτηση, λοιπόν, στο ερώτημα για το ποιος πρέπει να είναι ο ρόλος της Εκκλησίας προϋποθέτει ως αναγκαία συνθήκη ότι (θα) πρόκειται για μια Εκκλησία ελεύθερη και ζώσα. Ελεύθερη από κρατικές παρεμβάσεις, από τον ασφυκτικό πολλές φορές εναγκαλισμό της Πολιτείας και της πολιτικής, πραγματικά αυτοδιοικούμενη με βάση τους ιερούς κανόνες, τις ιερές παραδόσεις και την εσωτερική δικαιοταξία της.

Στην περίπτωση αυτή ο ρόλος της Εκκλησίας θα αναδείξει ακριβώς εκείνα τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα που απορρέουν από τη διδασκαλία και την πράξη της. Θα είναι, συνεπώς, ο ρόλος της, χωρίς η απαρίθμηση να είναι αναγκαίως ιεραρχική ή/και εξαντλητική, προεχόντως:

Πνευματικός, και μάλιστα σωτηριολογικός. Ο σκοπός της Εκκλησίας είναι να προετοιμάσει για τη μέλλουσα ζωή μέσα από την ευσέβεια και την αρετή, την πίστη και την αγάπη. Η συμμόρφωση του πιστού με τις εντολές της οδηγεί στη μεν ορατή Εκκλησία στη συμμετοχή του στη θεία Ευχαριστία, που είναι το κέντρο ζωής της Εκκλησίας, στη δε αόρατη Εκκλησία στη Βασιλεία του Θεού.

Κοινωνικός και πρωτίστως φιλανθρωπικός. Η Εκκλησία ζει μέσα στην κοινωνία και ασφαλώς αφουγκράζεται τα προβλήματα όχι μόνο των πιστών της, αλλά όλων των συνανθρώπων μας. Η βοήθεια και η φροντίδα που ήδη εκδηλώνονται σε ικανοποιητικό βαθμό και μάλιστα σχεδόν σε όλες τις κατά τόπους εκκλησιαστικές περιφέρειες θα πρέπει να ενισχυθούν και να διευρυνθούν προκειμένου να περιλάβουν και άλλες ομάδες πασχόντων και αναξιοπαθούντων.

Ενωτικός. Η ενότητα δεν θα πρέπει να περιορίζεται μόνο στους πιστούς της Εκκλησίας, αλλά να χαρακτηρίζει τη στάση της Εκκλησίας απέναντι και σε εκείνους που δεν την ακολουθούν, είτε είναι πιστοί άλλων δογμάτων ή θρησκειών είτε ανήκουν στους απίστους ή τους αθέους. Συνεπώς δεν μπορεί και δεν πρέπει να είναι ούτε εθναρχικός ούτε διχαστικός. Η στάση της Εκκλησίας, ιδίως εν όψει του γεγονότος ότι η κοινωνία μας καθίσταται ολοένα και περισσότερο πολυπολιτισμική, πρέπει να διέπεται από επιείκεια, ανεκτικότητα και καταλλαγή.

Συλλογικός. Με αυτή την έννοια καλύπτονται δύο διαφορετικά στοιχεία που πηγάζουν σαφώς από την ορθόδοξη εκκλησιολογία: Αφενός η συνοδικότητα, η συμμετοχή δηλαδή όλων των Επισκόπων εν Συνόδω στη διοίκηση της Εκκλησίας, όπου ο Προκαθήμενος της Εκκλησίας είναι απλώς πρώτος μεταξύ ίσων. Αφετέρου η συμμετοχή του λαϊκού στοιχείου στη διοίκηση της Εκκλησίας κατά τρόπο ενεργότερο και αμεσότερο από ό,τι ως σήμερα.

Αξιοκρατικός. Η αξιοκρατία στην Εκκλησία θα πρέπει να εκδηλωθεί με την επιλογή με αδιάβλητα και αντικειμενικά κριτήρια των στελεχών της, κληρικών και λαϊκών, έτσι ώστε να χρησιμοποιούνται όλα τα άξια μέλη της, ανάλογα με τα χαρίσματα και τις δεξιότητές τους, χωρίς επιλεκτικούς αποκλεισμούς, χωρίς καμαρίλα και «περιβάλλοντα».

Για την πραγματοποίηση της οραματικής αυτής περιγραφής θεμελιώδης προϋπόθεση είναι η καλλιέργεια και ανάπτυξη αληθούς εκκλησιαστικής συνειδήσεως στο πλήρωμα της Εκκλησίας, στους ίδιους τους πιστούς. Τούτο απαιτεί σοβαρή και σχεδιασμένη προσπάθεια από την πλευρά της Εκκλησίας. Και αυτό είναι το ζητούμενο...


Ο κ. Ιωάννης Μ. Κονιδάρης είναι καθηγητής της Νομικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών.

Το ΒΗΜΑ, 10/02/2008 , Σελ.: B22