Πέμπτη 13 Νοεμβρίου 2008

Οι νόμοι των αειμνήστων ημών αυτοκρατόρων...

Του ΚΩΣΤΑ Ε. ΜΠΕΗ
Είναι δεσμευτικά για τη σύγχρονη έννομη τάξη τα βυζαντινά χρυσόβουλα και τα οθωμανικά φιρμάνια, που επικαλούνται κάποια μοναστήρια ως τίτλους κτήσης της ενοχλητικά δυσθεώρητης για την εποχή μας ακίνητης περιουσίας τους; Ο συνάδελφος Γιάννης Κονιδάρης απάντησε καταφατικά επικαλούμενος το άρθρο 51 του Εισαγωγικού Νόμου του Αστικού Κώδικα, κατά το οποίο η απόκτηση κυριότητας κρίνεται κατά το δίκαιο που ίσχυε όταν έγιναν τα πραγματικά γεγονότα για την απόκτησή τους. Ομως δεν είναι καθόλου αυτονόητη η εκδοχή ότι οι αυθαίρετες γενναιοδωρίες των Οθωμανών κατακτητών κατά τους τέσσερις αιώνες της εξουθενωτικής δουλείας του έθνους μας στηρίζονταν σε κάποιο μόρφωμα, που να μπορούσε να θεωρηθεί ως «έννομη τάξη», και μάλιστα ως δεσμευτικός πρόδρομος της σύγχρονης ελληνικής έννομης τάξης, κατά τρόπο που να εντάσσεται στη ρύθμιση του άρθρου 51 ΕνΑΚ. Ακόμη και τα βυζαντινά χρυσόβουλα αυτοκρατορικών δωρεών θα πρέπει προηγουμένως να αποδειχθεί ότι προβλέπονταν από τη γενική και αφηρημένη νομοθεσία των διαφόρων εποχών της τραγικής Ιστορίας των τελευταίων πέντε αιώνων της φθίνουσας αυτοκρατορίας. Οπωσδήποτε το διάταγμα της βαυαρικής αντιβασιλείας (1835) όρισε μεν ότι «οι πολιτικοί νόμοι (δηλαδή το αστικό δίκαιο) των βυζαντινών αυτοκρατόρων (...) θέλουν ισχύει μεχρισού δημοσιευθή ο πολιτικός κώδηξ, του οποίου την σύνταξιν διετάξαμεν ήδη», όμως αυτή η αναγνώριση ως δεσμευτικών των νόμων των βυζαντινών αυτοκρατόρων δεν εκτεινόταν σ' όλους, αλλά περιοριζόταν μόνο σ' εκείνους που περιλαμβάνονταν στην Εξάβιβλο του Αρμενοπούλου, στην οποία (εκδόσεις Δωδώνη, 1971, με επιμέλεια του συναδέλφου Κ. Πιτσάκη) δεν φαίνεται να περιέχεται νόμος που να εξουσιοδοτεί τον αυτοκράτορα να εκδίδει κατ' αρέσκεια δωρητήρια χρυσόβουλα, και μάλιστα για αχανείς εκτάσεις, τις οποίες είναι βέβαιον πως οι μοναχοί δεν επαρκούσαν να καλλιεργήσουν. Για μια σύγχρονη έννομη τάξη δικαίου, λοιπόν, δεν είναι καθόλου αυτονόητη η δεσμευτικότητα των αυθαίρετων δωρεών με αυτοκρατορικά χρυσόβουλα ή οθωμανικά φιρμάνια. Αλλά και αν ακόμη θα ήταν, πάντως, καθώς εύστοχα τόνισε ήδη ο συνάδελφος Γιάννης Καράκωστας, η τυχόν σεβαστή κυριότητα των μονών σε αχανείς εκτάσεις έχει στην εποχή μας ως ανυπέρβλητο όριο το άρθρο 24 του Συντάγματος, που προτάσσει την ανάγκη προστασίας του φυσικού και πολιτιστικού περιβάλλοντος με στόχο την προαγωγή της αρχής της αειφορίας, έτσι που ν' απαγορεύεται η μεταβολή του προορισμού των δασών και των δασικών εκτάσεων, να είναι δε θεμιτά τα εκ μέρους της Πολιτείας θεσπιζόμενα περιοριστικά μέτρα για την ατομική ιδιοκτησία, ακόμη και για τη δυσθεώρητη ακίνητη περιουσία των μονών, αν μη ιδίως αναφορικά μ' αυτές, πολύ δε περισσότερο όταν η εκ μέρους των διαχείριση συνιστά κατάχρηση δικαιώματος, κάτι που απολύτως απαγορεύει το άρθρο 25 του Συντάγματος.Διατυπώθηκε από τον κ. Χ. Ζουράρι η εκδοχή ότι η πανηγυρική θέση σε ισχύ, πριν από 180 χρόνια, των «νόμων των αειμνήστων ημών αυτοκρατόρων» ήταν «μια καταστατική επιλογή που έκανε ο ελληνικός λαός» αναφορικά και με τη δυσθεώρητη εκκλησιαστική ακίνητη περιουσία. Είναι έξω από κάθε αμφιβολία ότι οι μικροί, αλλά πολλοί, ορθόδοξοι χριστιανικοί ναοί, στους σκοτεινούς αιώνες της δουλείας, λειτούργησαν ως προπύργια αντιπαλότητας απέναντι στους αδυσώπητους κατακτητές, ενώ εξάλλου ο ανώτερος κλήρος, ήδη με την έναρξη του επαναστατικού αγώνα, συγκρότησε τον τρίτο πόλο υποτυπώδους εξουσίας, δίπλα στους προεστούς και στους οπλαρχηγούς, έτσι που, εκείνη την εποχή, κανένας δεν είχε ούτε δύναμη μήτε προπαιδεία τεκμηριωμένης εναντίωσης στην Εκκλησία, ως μεγαλοϊδιοκτήτη και φορέα πολιτικής εξουσίας. Οφείλω να παραδεχθώ ότι, με τα κολλυβογράμματα της γυμνασιακής μου παιδείας, πριν από έξι δεκαετίες, ανενδοίαστα θα προσυπέγραφα κι εγώ την προαναφερόμενη «καταστατική επιλογή» του μετεπαναστατικού νομοθέτη. Και τούτο, γιατί στα σχολεία ποτέ δεν μας είχαν μιλήσει για όσα ο Παπαρρηγόπουλος και ο Κόκκινος καταλογίζουν, ιδίως σε αρκετούς από τους Αθωνίτες μοναχούς, αναφορικά με τη στάση των στον αγώνα για την απελευθέρωση του Γένους από τον θηριώδη οθωμανικό ζυγό. Αργησα πολύ να συνειδητοποιήσω την αγαστή συνεργασία κάποιων ανθρώπων της Εκκλησίας με τους Οθωμανούς, τόσο μετά την Αλωση όσο και πριν από αυτήν. Οπωσδήποτε όμως, είτε αρέσει είτε όχι, δεν είναι καθόλου λίγοι εκείνοι που, τόσο κατά τους σκοτεινούς αιώνες της δουλείας όσο και στη δική μας εποχή, με εμπιστοσύνη στηρίζουν οικονομικώς μοναστήρια και άλλα εκκλησιαστικά ιδρύματα, με τη βεβαιότητα ότι η προσφορά τους θα πιάσει τόπο. Και υπάρχουν περιπτώσεις που πιάνει.Πρόχειρο παράδειγμα, η μονή του Προφήτη Ηλία στην Πρέβεζα, στην οποία και άλλοτε έχω αναφερθεί. Το αρχικό μοναστήρι είχαν πυρπολήσει τα γερμανικά στρατεύματα Κατοχής, ως κρησφύγετο ανταρτών. Πολλά χρόνια αργότερα, η μητρόπολη, αναζητώντας πόρους για ένα νέο μοναστήρι του Προφήτη, βρήκε πρόσβαση στον κατάλογο με τις διευθύνσεις περίπου 30 χιλιάδων συνδρομητών μεγάλου εκδοτικού οίκου. Αυτοί, όταν πήραν στα χέρια τους την έκκληση της μητρόπολης για τον οβολό τους, ανταποκρίθηκαν πολύ πιο πλουσιοπάροχα απ' όσο συνήθως κατανοούμε ακούγοντας για οβολό. Ετσι ξεκίνησε η ανέγερση της νέας μονής, στην οποία στεγάστηκαν καλλιεργημένοι επιστήμονες, κουρασμένοι από την αδολεσχία και την προστυχιά που συνθέτουν την κοινωνική και πολιτική ζωή της σύγχρονης Ελλάδας. Δεν χρειάστηκε αυτή η υποδειγματική μονή κανένα χρυσόβουλο ή άλλον αμφίβολης εγκυρότητας ιδιοκτησιακό τίτλο. Ο προσωπικός ζήλος και η χειρωνακτική εργασία των μελών της έβαλαν τις βάσεις. Βάσεις που σωστά εκτιμήθηκαν και στηρίχθηκαν στο πλαίσιο των ευρωπαϊκών χρηματοδοτικών προγραμμάτων. Χωρίς καμιά αντιδικία με τους κατοίκους της ευρύτερης περιοχής. Εκεί, σ' αυτό το μοναστήρι, η ευαισθησία της συνείδησης πολλών σεμνών προσκυνητών κατορθώνει και βρίσκει τη νοερή κλίμακα που, κατά τον εύστοχο στίχο, μετάγει τους εκ γης προς ουρανόν. Εναν ουρανό που δεν έχει κοσμική διάσταση, αλλά διακριτικά είναι σκηνωμένος στον νου και στην καρδιά, κατά την καίρια παρατήρηση του Ιησού ότι «η βασιλεία των ουρανών εντός υμών εστίν».

www.kostasbeys.gr
ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ - 05/11/2008

Το Δεύτερο Συνέδριο Προϊστορικής Αρχαιολογίας, συνεχίζοντας την παράδοση που ξεκίνησε με το Πρώτο Συνέδριο της Θεσσαλονίκης και Καστοριάς το 1998, οργανώνεται από το Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, το Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας και τη ΙΓ΄ Εφορεία Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων Βόλου στις αρχές Δεκεμβρίου του 2008 (4-7/12/2008) στο Βόλο.
Το Συνέδριο συμπίπτει με τα 100 χρόνια της δημοσίευσης από τον Χρήστο Τσούντα του βιβλίου «Αι Προϊστορικαί Ακροπόλεις Διμηνίου και Σέσκλου» (εν Αθήναις 1908) και είναι αφιερωμένο στη μεγάλη μορφή του πατέρα της ελληνικής προϊστορίας. Ακόμη συμπίπτει με τα 100 χρόνια από την ίδρυση της πρώτης Εφορείας Αρχαιοτήτων Θεσσαλίας και των Αρχαιολογικών Μουσείων Βόλου και Αλμυρού.
Στόχος του Συνεδρίου είναι να καταγράψει τις προοπτικές και τους στόχους της ελληνικής προϊστοριολογίας. Ενδιαφέρουν συνθετικές ανακοινώσεις που θέτουν γενικότερα θεωρητικά και μεθοδολογικά ζητήματα για τις έννοιες που χρησιμοποιεί η έρευνα της προϊστορίας, το ρόλο και την υποδοχή της στην ελληνική κοινωνία, τη διεπιστημονικότητα, και βέβαια προσεγγίσεις που προβάλλουν νέες θεωρητικές όψεις στην ανάλυση και την ερμηνεία των αρχαιολογικών δεδομένων. Κατά τεκμήριο δεν ενδιαφέρουν ανακοινώσεις που παρουσιάζουν χρονικά ερευνών, εκτός ίσως από ειδικές περιπτώσεις, ιδιαίτερης σημασίας.
Στο πλαίσιο του Συνεδρίου θα τιμηθούν και σημαντικοί Έλληνες προϊστοριολόγοι που συνέδεσαν το όνομά τους με τη θεσσαλική προϊστορία, συνεχίζοντας την παράδοση του Χρήστου Τσούντα. Η συνδιοργάνωση του Συνεδρίου από Πανεπιστημιακά Τμήματα και την Αρχαιολογική Υπηρεσία αντανακλά την πρόθεση των διοργανωτών να γίνει το Συνέδριο Προϊστορικής Αρχαιολογίας ένας περιοδικός θεσμός, με διοργανωτές διαφορετικά πανεπιστημιακά τμήματα κάθε φορά, σε συνεργασία με την ΑΥ, ώστε να καταγράφονται οι εξελίξεις του χώρου στην Ελλάδα, από πολλαπλές οπτικές γωνίες.


Επικοινωνία
ταχυδρομείο ΙΓ΄ Εφορεία Προϊστορικών και Κλασικών ΑρχαιοτήτωνΑθανασάκη 138001, Βόλος
φαξ 2421076496
e-mail
archaeolab@uth.gr

Η ακτινοβολία της ζωγραφικής της Θεσσαλονίκης κατά την μέση και ύστερη βυζαντινή περίοδο

Την Τετάρτη 19 Νοεμβρίου 2008 και ώρα 19.00 στην αίθουσα Πολυμέσων του ΙΑΚΑ, θα δοθεί διάλεξη του Παναγιώτη Λ. Βοκοτόπουλου, ομότιμου καθηγητή του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών και ακαδημαϊκού, με το παραπάνω θέμα.
Περίληψη
Η Θεσσαλονίκη κατά τη μέση και ύστερη βυζαντινή περίοδο διαδραμάτισε, όπως και παλαιότερα, καταλυτικό ρόλο στα πράγματα τόσο της αυτοκρατορίας όσο και των γειτόνων της. Βασικές παράμετροι του ρόλου της αυτού αποκαλύπτονται στα ψηφιδωτά, τις τοιχογραφίες και τις φορητές εικόνες που κοσμούν τις εκκλησίες της και διακρίνονται για την τεχνική τους αρτιότητα και την υψηλή καλλιτεχνική τους αξία. Η έρευνα συχνά διστάζει στην απόδοση εξαίρετων εκκλησιαστικών διακόσμων σε αγιογραφικά εργαστήρια της Κωνσταντινούπολης ή της Θεσσαλονίκης. Στη διάλεξη το ενδιαφέρον θα επικεντρωθεί στο ρόλο των καλλιτεχνών της πόλης του αγίου Δημητρίου και στη διασπορά των αισθητικών επιλογών των Θεσσαλονικέων στα πολιτικά και τα θρησκευτικά κέντρα των γειτονικών περιοχών, της ευρύτερης Μακεδονίας και της Σερβίας.

«Στο φως» σκηνές από τη Γιγαντομαχία

Ενα αέτωμα με σκηνές από τη Γιγαντομαχία αποτελεί πάντοτε ένα εξαιρετικό όσο και σπάνιο εύρημα. Η τύχη χαμογέλασε φέτος στη Ζ Εφορεία Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων Αχαϊας και στον αρχαιολόγο Ανδρέα Βόρδο, που είναι επικεφαλής των ανασκαφών. Επειτα από έρευνες ετών στην Τράπεζα, κοντά στο Αίγιο, εντόπισε γλυπτά από τα αγάλματα του αετώματος, που παραπέμπουν, πιθανότατα, σε σκηνές από τη Γιγαντομαχία .
Τα γλυπτά ανήκουν στον μεγάλο δωρικό περίπτερο ναό, ο οποίος είναι το σπουδαιότερο μνημείο της Τράπεζας και ένα από τα σημαντικότερα ολόκληρης της κλασικής Αχαϊας. Φέτος έγινε δυνατή η χρονολόγησή του, χάρη στα νέα ευρήματα. Οικοδομήθηκε ανάμεσα στα 530 και 510 π.Χ. σε ένα πλάτωμα, στην πιο περίβλεπτη θέση.
Είχε θέα στο Αίγιο, στις απέναντι ακτές της Φωκίδας και πλήρη εποπτεία στη χώρα της αρχαίας πόλης. Η μερική αποκάλυψή του έγινε τα καλοκαίρια του 1999 και 2000 με ερευνητικές τομές, προκειμένου να διαπιστωθούν οι διαστάσεις, ο βαθμός διατήρησής του και η χρονολόγησή του. Η δίβαθμη κρηπίδα του, όπως και η ανωδομή του, κατασκευάστηκαν από σταχτόχρωμο ψαμμίτη. Πλήθος αρχιτεκτονικών μελών, σπόνδυλοι κιόνων, κιονόκρανα, γείσα, επιστήλια, σχεδόν όλα τα στοιχεία που αποτελούσαν την ανωδομή του, βρέθηκαν στις ερευνητικές τομές. Ο ναός είχε πλάτος 16,72 μ. και μήκος 31,56 μέτρα. Είναι δηλαδή εκατόμπεδος και ανήκει στην κατηγορία των μεγάλων ναών της Πελοποννήσου.
Οι προηγούμενες έρευνες είχαν αποδώσει και τμήματα από την εξαιρετικής ποιότητας κεράμωση του ναού (σίμες, εναέτια γείσα, ακροκέραμα κ.ά.) που μάλιστα διατηρούν τα χρώματά τους. Μέχρι στιγμής δεν έχει καταστεί δυνατή η απόδοσή του σε κάποια θεότητα. Ισως σε αυτό βοηθήσουν τα φετινά ευρήματα, και ιδίως από τον γλυπτό διάκοσμο. Ανάμεσά τους, είναι κορμός της θεάς Αθηνάς, μέλη και κεφαλές οπλιτών, όπως και κεφαλές, οπλές και σκέλη αλόγων, που, όπως είπαμε, παραπέμπουν σε σκηνές από τη Γιγαντομαχία. Η θεά φορά χειριδωτό χιτώνα και κρατά αιγίδα.
Οι ανασκαφείς θεωρούν βέβαιο ότι ανήκει στην πολιούχο θεότητα, αφού βρίσκεται στο κέντρο της οχυρωμένης πόλης και αποτελεί σημείο αναφοράς.


Αγγελική Κώττη/ΕΘΝΟΣ 4.11.08