Κυριακή 10 Φεβρουαρίου 2008

«Συναντήσεις τής Πέμπτης» στο Μουσείο Μπενάκη


Παύλος Σούρλας - H ηθική σημασία τού γήρατος

Πέμπτη, Μάρτιος 06 2008, 20:30 - 22:30
στο Μουσείο Μπενάκη (οδ. Πειραιώς)
Ο καθηγητής τής Φιλοσοφίας τού Δικαίου
στο Πανεπιστήμιο Αθηνών
Παύλος Σούρλας
θα μιλήσει για την ηθική σημασία τού γήρατος
photocircle.gr

The five most popular Bioethics News stories from last week

Here are the most popular Bioethics News items based on average clicks per day:
1. Pope defends church's role in bioethics discussions(Reuters) During a speech the Pope said technologies such as embryonic stem cell research, embryo freezing and IVF have "shattered the barriers meant to protect human dignity."
2. Female sperm? Male eggs?(Daily Mail (UK)) A handful of researchers are working on the creation of eggs and sperm from stem cells, which would theoretically allow for same-sex reproduction.
3. Stem cell research mentioned in State of the Union(Reuters) President Bush called iPS cell research a "landmark." He touted the approach as way to "move us beyond the divisive debates of the past" and vowed to increase funding for it.
4. Archbishop forbids Catholic school field trips to bodies exhibit(Cincinnati Enquirer) The leader of the Archdiocese of Cincinnati says the use of plastinated bodies "fails to respect the persons involved."
5. Commercial stem cell banks criticized(New York Times) Experts say there are many doubts about the usefulness of banked cells. And they say that many of the companies behind these banks are making claims the science probably can't back up.





blog.bioethics.net

Σεμινάριο «Δεοντολογία της Έρευνας στο FP7»

Η Εθνική Επιτροπή Βιοηθικής με τη συνεργασία του Εθνικού Ιδρύματος Ερευνών διοργανώνει σεμινάριο με θέμα : «Δεοντολογία της Έρευνας στο FP7», στις 18 Φεβρουαρίου 2008, στο Αμφιθέατρο του Εθνικού Ιδρύματος Ερευνών, και ώρα 13.00 – 16.00.

Ομιλητές θα είναι :

Γεώργιος Μ. Μανιάτης, Ομότιμος Καθηγητής Γενικής Βιολογίας Πανεπιστημίου Πατρών, Προεδρεύων Εθνικής Επιτροπής Βιοηθικής

Δρ Ισίδωρος Καρατζάς, συντονιστής αξιολόγησης δεοντολογίας ερευνητικών προγραμμάτων, Γενική Διεύθυνση Έρευνας, Ευρωπαϊκή Επιτροπή

Κωνσταντίνος Α. Χαριτίδης, Αναπληρωτής Καθηγητής Σχολής Χημικών Μηχανικών, Τομέας Επιστήμης και Τεχνικής των Υλικών, Ε.Μ.Π.

Δρ Παναγιώτης Βιδάλης, Νομικός, Επιστημονικός Συνεργάτης Εθνικής Επιτροπής Βιοηθικής
bioethics.gr

9ο ΠΑΓΚΟΣΜΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ ΒΙΟΗΘΙΚΗΣ

διοργανώνεται στη Rijeka, Κροατία, 5-8 Σεπτεμβρίου 2008, με θέμα:
«Προκλήσεις της Διαπολιτισμικής Βιοηθικής»
(Challenges of Cross-Cultural Bioethics)

Οκτώ αιώνες οικονομικής ιστορίας του Βυζαντίου

Oικονομική Iστορία του Bυζαντίου
Από τον 7ο έως τον 15ο αιώνα
Γενική εποπτεία: Aγγελική E. Λαΐου
Tόμοι 3, σελ. 1.914 , εκδ. Mορφωτικό Ιδρυμα Eθνικής Tραπέζης
Της Γιόρκας Νικολάου
H συγγραφή μιας οικονομικής ιστορίας του Bυζαντίου, μιας αυτοκρατορίας που έζησε πάνω από χίλια χρόνια, άλλοτε σε απόλυτη ακμή, με πλούτο και χλιδή, άλλοτε δοκιμαζόμενη από ισχυρές κρίσεις και πιεστικές ανάγκες και άλλοτε συρρικνωμένη και παραπαίουσα, λόγω της πολυπλοκότητας του θέματος και του τεράστιου χωροχρόνου που έχει να καλύψει, φαντάζει ένα εγχείρημα μεγαλεπήβολο, αλλά ακατόρθωτο. Οταν, όμως, υπό τη γενική εποπτεία της ακαδημαϊκού και καθηγήτριας Aγγελικής Λαΐου, μία επιστημονική επιτροπή αποτελούμενη από τους κορυφαίους στο είδος τους βυζαντινολόγους: Cecile Morrisson, X. Mπούρα, K. Πιτσάκη και τον αείμνηστο Δάσκαλο Nίκο Oικονομίδη, συγκεντρώνει τις συμβολές των απόλυτων ειδικών, σε κάθε θέμα, προβληματική και ενότητα της οικονομικής ιστορίας, τότε το ανέφικτο μετουσιώνεται σε ένα από τα πλέον θεμελιώδη έργα που έχουν γραφτεί ποτέ για το Bυζάντιο.

Ευρετήρια 140 σελίδων

Mόχθος πολλών ετών και πολλών επιστημόνων, η Oικονομική Iστορία του Bυζαντίου αποτελεί στην ουσία τη συμπληρωμένη και αναθεωρημένη έκδοση στα ελληνικά του: Angeliki E. Laiou, editor-in-chief, The Economic History of Byzantium from the Seventh through the Fifteenth Century, 3 vols., Dumbarton Oaks Resaerch Library and Collection, Washington D.C. 2002. H ελληνική έκδοση, πέρα από τη γνωστή επιμέλεια και ποιότητα που χαρακτηρίζει πάντοτε τις εκδόσεις του MIET, είναι εμπλουτισμένη με πλήρη ευρετήρια 140 σελ.(!), κομψά εικονογραφημένη και υποδειγματικά μεταφρασμένη.
H παρουσίαση στο πλαίσιο του παρόντος σημειώματος, ενός τόσο σπουδαίου και πλούσιου συλλογικού και συνθετικού έργου, που συνιστά μια κορυφαία στιγμή συνάντησης των πιο άξιων θεραπόντων της βυζαντινής ιστορικής επιστήμης, αποτελεί μία μάλλον θρασεία απόπειρα. Kι αυτό γιατί η πληρότητα του έργου και το κύρος της πλειάδας των επιστημόνων που το έφεραν σε πέρας με σαφήνεια και διαύγεια επιβάλλουν τον θαυμασμό και τον σεβασμό και τα όρια του σχολίου αυτού επιτάσσουν τη συνοπτικότερη δυνατή παρουσίασή του. H Aγγελική Λαΐου, που κρατούσε την μπαγκέτα της ενορχήστρωσης σε αυτή τη συμφωνία επαϊόντων, σημειώνει στον πρόλογό της ότι η προθυμία και η υπομονή όλων των συγγραφέων έκαναν το δύσκολο αυτό έργο ευχάριστο και αποδοτικό.

Οι θεματικές ενότητες

Kαμιά επιμέρους θεματική ενότητα, προβληματική ή παράμετρος δεν μένει ακάλυπτη σε αυτή την ενδελεχή μελέτη. Mετά το εισαγωγικό περίγραμμα της πολιτικής ιστορίας του Bυζαντίου (Λαΐου), το α΄ μέρος του έργου καλύπτει με τρόπο εξαντλητικό το περιβάλλον (Geyer), τις πλουτοπαραγωγικές πηγές και τις τεχνικές παραγωγής (Λαΐου, Bryer, Matschke, Sodini, κ.ά.) και τις επικοινωνίες (Αννα Aβραμέα, Mακρής).
Στο β΄ μέρος, η Ccile Morrisson και ο J.-P. Sodini πραγματεύονται με ενάργεια τα ιδιαίτερα «πρωτοβυζαντινά» οικονομικά δεδομένα του 6ου αι. και ουσιαστικά εξηγούν γιατί οι συγγραφείς του έργου ξεκινούν τη μελέτη της οικονομικής ιστορίας του Bυζαντίου από τον ταραχώδη, κομβικό και καθοριστικό για τις βαθιές αλλαγές των οικονομικών και δημοσιονομικών δομών 7ο αιώνα. Aμέσως μετά, στο γ΄ μέρος, πρώτη από τις δομές στην οργάνωση και ανάπτυξη της παραγωγής, παρουσιάζεται η γεωργία και κατά συνέπεια η αγροτική οικονομία (Lefort, Λαΐου, Toubert) και κατόπιν η αστική οικονομία (Dagron, Matschke, Mπούρας, Magdalino, Cutler, Oικονομίδης, κ.ά.).
Oι ανταλλαγές, το εμπόριο και οι αγορές (Λαΐου, Matschke, Day) αποτελούν το δ΄ μέρος του έργου. Iδιαίτερη μνεία εδώ πρέπει να γίνει στη συμβολή των Ccile Morrisson και J.-C. Cheynet για τις τιμές και τις αμοιβές στον βυζαντινό κόσμο, καρπό τιτάνιας προσπάθειας σταχυολόγησης κάθε είδους βυζαντινών και άλλων μεσαιωνικών πηγών, η οποία προσφέρει ανακτίμητες πληροφορίες για την αγοραστική αξία των νομισμάτων. Tο ε΄ μέρος του έργου επιγράφεται «Oικονομικοί Θεσμοί και Kράτος» και κοσμείται από τις υπεύθυνες μελέτες των Morrisson, Παπαγιάννη, Mαριδάκη-Kαρατζά, κ.ά. «O ρόλος του βυζαντινού κράτους στην οικονομία» αποτελεί στην ενότητα αυτή ένα ιδιαίτερο κεφάλαιο. Σεβαστή μνήμη και παρακαταθήκη του Δασκάλου Nίκου Oικονομίδη, η συμβολή του αυτή αποτελεί το επιστέγασμα της βαθιάς γνώσης του στο θέμα και δείχνει για μιαν ακόμη φορά το επιστημονικό μέγεθος του κορυφαίου βυζαντινολόγου.
Tο έργο ολοκληρώνεται στο στ΄ μέρος του με την ανάπτυξη της οικονομικής σκέψης και ιδεολογίας και κλείνει με την επισκόπηση της βυζαντινής οικονομίας, και τα δύο από τη Λαΐου, πεμπτουσία της γνώσης και της επιστημονικής αρτιότητάς της.
Ολα τα παραπάνω μέρη της Oικονομικής Iστορίας του Bυζαντίου εμπλουτίζονται από ενδιαφέροντα παραρτήματα που κατά κύριο λόγο είναι τα «ζώντα» παραδείγματα των πόλεων της αυτοκρατορίας με την πλέον επικαιροποιημένη γνώση από τις συστηματικές ανασκαφές και τα ευρήματα (Russell: Aνεμούριο, Foss: Σάρδεις, Λούβη: Θήβα, Kαζανάκη: Aθήνα, Sanders και Πέννα: Kόρινθος, Kαλλιγά: Mονεμβασία, κ.ά.).
Είναι σαφές ότι το καίριο αυτό έργο, το πιο έγκριτο σημείο αναφοράς για την οικονομία του Βυζαντίου μέχρι σήμερα, απευθύνεται κατά κύριο λόγο στους μελετητές και ερευνητές της αυτοκρατορίας. Από την ανάγνωσή του, αποκλείονται άραγε οι μη ειδικοί; Οχι, φυσικά, όπως κι από κανένα βιβλίο Ιστορίας. Για κάθε αναγνώστη οι επισκέψεις στον χρόνο είναι μαγευτικές και μυστηριώδεις, γεμάτες προσμονή και εκπλήξεις και η Ιστορία μπορεί με τον πιο γοητευτικό τρόπο να προσφέρει αυτό το ωραίο ταξίδι.

* Η Γιόρκα Νικολάου είναι Νομισματολόγος - Βυζαντινολόγος στο Νομισματικό Μουσείο.
ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ, 16/12/07

Ηθικο-νομικά προβλήματα από την εξέλιξη της βιοτεχνολογίας

Δεν είναι της ειδικότητάς μου να μιλήσω για τα επιτεύγματα της βιοτεχνολογίας ούτε να εκτιμήσω, με ένα είδος συνοπτικής ετυμηγορίας, θετικά ή αρνητικά τα ως τώρα πρακτικά αποτελέσματα από την ανάπτυξη της για τη ζωή και την κοινωνία μας. Ως προς τη βιοτεχνολογία καθαυτή είμαι ένας κοινός πολίτης, που γνωρίζει τόσα όσα η γενική πληροφόρηση του κοινού και η εκλαΐκευση των επιστημονικών και τεχνολογικών επιτευγμάτων του επιτρέπουν να γνωρίζει. Αυτό όμως που μπορώ να επιχειρήσω είναι να συμβάλω στην αναζήτηση, σε μια συζήτηση με τους ειδικούς των επιστημών που άπτονται της βιοτεχνολογίας, τα κριτήρια μίας τέτοιας αξιολόγησης. Τα κριτήρια αυτά είναι προεχόντως ηθικά και είμαι της γνώμης ότι μια θεμελιακή συζήτηση γύρω από τα βασικά ηθικά μας κριτήρια που σχετίζονται με την αξία της ζωής και τη σημασία της φύσης πρέπει σήμερα όσο το δυνατόν να ενισχυθεί και να διευρυνθεί.
Όταν μιλάμε για βιοτεχνολογία, εννοούμε την εφαρμογή των πορισμάτων των βιολογικών επιστημών προς επίτευξη πρακτικών αποτελεσμάτων, κυρίως με την παρέμβαση στα γονίδια και έτσι τη χειραγώγηση βιολογικών διαδικασιών προς επίτευξη προσχεδιασμένων αποτελεσμάτων. Δεν εννοούμε τη βασική βιολογική έρευνα που αποβλέπει στη διεύρυνση της γνώσης μας, αλλά την εφαρμογή της με σκοπό την παρέμβαση στη φύση προς επίλυση πρακτικών προβλημάτων. Η διάκριση έχει καίρια σημασία, γιατί στη διεύρυνση της γνώσης δεν είναι επιθυμητό να τίθενται κανενός είδους φραγμοί και απαγορεύσεις, ενώ τα ηθικά και νομικά προβλήματα αρχίζουν από τη στιγμή της τεχνολογικής εφαρμογής. Αυτό συμβαίνει επειδή η γνώση αντιμετωπίζεται στον πολιτισμό μας ως μια αυταξία που έχει μάλιστα αθροιστικό χαρακτήρα: όσο περισσότερη διαθέτουμε, τόσο καλύτερα. Αντίθετα τα τεχνολογικά επιτεύγματα δεν διαθέτουν αυταξία, αφού μπορούμε να τα χρησιμοποιούμε εξίσου για αγαθούς και για κακούς σκοπούς. Στην πράξη ωστόσο τα όρια μεταξύ θεωρητικής γνώσης και τεχνικής εφαρμογής είναι πολλές φορές δυσδιάκριτα. Από την εποχή του Γαλιλαίου η επιστημονική αλήθεια κρίνεται με βάση ένα πρότυπο όχι θεωρητικής ενατένισης της παγκόσμιας αρμονίας αλλά ικανότητας ελεγχόμενης αναπαραγωγής φυσικών διεργασιών. Έτσι η ανάγκη θέσης ορίων στην πρακτική εφαρμογή πολλές φορές παρασύρει και την έρευνα, ιδίως εφόσον αυτή έχει πειραματικό χαρακτήρα.
Ποιες είναι όμως οι ηθικές αρχές που περιορίζουν την πρακτική επέμβαση στο γενετικό υλικό υπό την ευρεία σημασία του όρου, συμπαρασύροντας καμιά φορά και την έρευνα; Είμαστε ικανοποιημένοι από την ως τώρα πρακτική τήρησή τους και τι μέτρα πρέπει να ληφθούν στο μέλλον για την αποτροπή των κινδύνων παραβίασής τους; Τα ερωτήματα είναι μεγάλα και δύσκολά και η οι δυνατότητες μιας αναζήτησης απάντησης σε μια παρέμβαση όπως η δική μου εδώ απόψε είναι ασφαλώς εξαιρετικά περιορισμένες. Παρ' όλα αυτά μπορεί, έστω και με εντελώς συνοπτικό τρόπο, να δειχθεί τι μπορεί να προσφέρει μια συζήτηση γύρω από τα καίρια ηθικά ζητήματα που συνδέονται με τη βιοτεχνολογία με βάση ορισμένα χτυπητά παραδείγματα.
Η παρατήρηση, από την οποία θα ήθελα να ξεκινήσω, είναι ότι, όταν μιλάμε για ηθικά ζητήματα, σκεφτόμαστε αμέσως τις διαφωνίες που υπάρχουν μεταξύ μας, δυσπιστούμε ως προς τη δυνατότητα του διαλόγου γύρω από τις αρχές και τις αξίες μας πιστεύοντας ότι εισερχόμαστε στο χώρο των υποκειμενικών επιλογών και της προσωπικής πίστης. Η ηθική έχει λοιπόν από την αφετηρία να ξεπεράσει μια εναντίον της προκατάληψη, γιατί της ζητείται κάτι που δεν ζητείται από τις επιστήμες, να αποδείξει δηλαδή εκ των προτέρων ότι επιδέχεται μια στέρεη ανάλυση και ότι οι κρίσεις μας που σχετίζονται με αυτήν μπορούν να θεμελιωθούν με τη βοήθεια επιχειρημάτων κοινής αποδοχής. Τα τελευταία όμως χρόνια έχει ενταθεί διεθνώς η έρευνα σε ηθικά ζητήματα και μία από τις προκλήσεις που οδήγησαν σ' αυτό το φαινόμενο ήταν η πρόοδος των βιολογικών επιστημών και εφαρμογών. Μαζί με την βιοτεχνολογία έχει λοιπόν αναπτυχθεί ακαδημαϊκά και η ηθική έρευνα και, τουλάχιστον μεταξύ των ειδικών, έχει κατά πού περιοριστεί ο φόβος της διαφωνίας και εμπεδωθεί η πεποίθηση ότι αυτό που μας ενώνει στις ηθικές πεποιθήσεις μας είναι πολύ σημαντικότερο από αυτό που μας χωρίζει.
Στα επόμενα θα προσπαθήσω να τεκμηριώσω όσα είπα προηγουμένως, αναφερόμενος σε δύο παραδείγματα. Το πρώτο αφορά την επέμβαση στο ανθρώπινο γονιδίωμα και το δεύτερο σε επεμβάσεις σε φυτικούς οργανισμούς ικανές να περιορίσουν την βιοποικιλότητα.
Ας ξεκινήσουμε από το ανθρώπινο γονιδίωμα. Είναι γενικά παραδεκτό ότι στον τομέα αυτόν οι περιορισμοί πρέπει να είναι οι πιο αυστηροί. Η πρώτη σκέψη κατά την αναζήτηση της ηθικής βάσης αυτών των περιορισμών είναι η επίκληση της αρχής της αυτονομίας του προσώπου. Η αρχή αυτή επιβάλλει πριν απ' όλα, ως προϋπόθεση επέμβασης οποιασδήποτε μορφής σε ζώντα άνθρωπο είτε για διαγνωστικούς είτε για θεραπευτικούς σκοπούς, την ειδική συναίνεσή του, η οποία με τη σειρά της απαιτεί την πλήρη και συνεχή ενημέρωσή του. Η ίδια αρχή έχει όμως υποδειχθεί από πολλούς ως βάση της ηθικής αντιμετώπισης και άλλων μορφών επέμβασης σε ανθρώπινο γενετικό υλικό. Για παράδειγμα, κάθε είδους πειραματισμοί, από τους οποίους μπορεί να προκύψει η τεχνολογική δυνατότητα ανάπτυξης ανθρωποειδών όντων που δεν θα διαθέτουν πλήρη τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα του ανθρώπου, πράγμα για το οποίο κανείς σήμερα δεν αμφιβάλλει ότι πρέπει να απαγορευθούν, αποκλείονται με επίκληση της ίδιας αρχής της αυτονομίας. Όντα λίγο-πολύ ανθρώπινα, που δεν θα έχουν όμως την ικανότητα πλήρους ηθικής ανάπτυξης, είναι απαράδεκτο να δημιουργηθούν βάσει της αρχής της αυτονομίας, όπως επίσης είναι απαράδεκτο να δημιουργήσουμε όντα με ελλιπείς ανθρώπινες ιδιότητες. Γιατί έτσι δεν σεβόμαστε κάτι που μπορούμε να θεωρήσουμε δεδομένο βάσει ενός διανοητικού πειράματος: αν υποθέσουμε ότι είχαμε ποτέ την δυνατότητα να ρωτήσουμε τέτοια όντα και αυτά είχαν την ικανότητα να μας απαντήσουν, τότε είναι μάλλον βέβαιο ότι, λόγω της μειονεξίας στην οποία τα καταδικάζουμε, δεν θα συναινούσαν να τα φέρουμε στη ζωή.
Γρήγορα έγινε όμως αντιληπτό ότι η αρχή της αυτονομίας δεν επαρκεί ως ηθική βάση όλων των εκτιμήσεών μας. Αυτό φαίνεται πριν απ' όλα στην αντίθετη περίπτωση από την ανάπτυξη ανθρωποειδών: στην ανάπτυξη υπερανθρώπων, δηλαδή στην περίπτωση επεμβάσεων στο γενετικό υλικό για λόγους ευγονικούς. Ως ευγονικός εννοείται εδώ ο σκοπός μιας παρέμβασης όταν ξεπερνά την απλή προληπτική πρόθεση και αποβλέπει στην δημιουργία ανθρώπων με υπερέχοντα σωματικά ή πνευματικά χαρακτηριστικά. Οι ευγονικές παρεμβάσεις μας ενοχλούν ηθικά σε πολύ μεγάλο βαθμό (ενώ δεν ενόχλησαν κοινωνίες ή πολιτικά συστήματα τα οποία ωστόσο εμείς κρίνουμε αποτρόπαια), αλλά δεν είμαστε σε θέση να δικαιολογήσουμε τις ηθικές μας αντιρρήσεις αν περιοριστούμε στην αρχή της αυτονομίας. Κάποιος είναι πάρα πολύ πιθανόν να συγκατατεθεί στο να γίνει υπεράνθρωπος, ενώ θα ήταν μια "τραβηγμένη" κατασκευή να δεχτούμε ότι πάντως με την ευγονική τραυματίζεται η αυτονομία όλων των υπόλοιπων κατοίκων του πλανήτη (ή η αξίωσή τους για ίση μεταχείριση). Πρέπει λοιπόν να αναζητήσουμε και μια άλλη ηθική αρχή που να ισχύει παράλληλα προς την αρχή της αυτονομίας. Το πρόβλημα που υπάρχει εδώ γίνεται αντιληπτό μόλις αναρωτηθούμε αν η αρχή της αυτονομίας είναι αρχή που ισχύει γενικά και απρόσωπα ή αν πρέπει να αναφέρεται σε κάθε συγκεκριμένο και διακριτό πρόσωπο. Αν ισχύει το δεύτερο, πράγμα πολύ ευλογοφανές, τότε έχουμε πρόβλημα πώς να δικαιολογήσουμε την ηθική μας διαίσθηση, σύμφωνα με την οποία οι περιορισμοί σε πειραματισμούς με ανθρώπινο γονιδίωμα πρέπει μάλλον να θεωρηθούν επιβεβλημένοι γενικά και απρόσωπα και πριν καν την εφαρμογή τους σε συγκεκριμένους ανθρώπους. Όταν λ.χ μιλάμε για επιπτώσεις μιας επέμβασης σε μέλλουσες γενιές, δεν υπάρχουν ακόμη συγκεκριμένα πρόσωπα που να θίγονται στην αυτονομία τους παρά μόνο μια προσδοκώμενη αυτονομία μελλοντικών προσώπων που δεν αποτελούν ακόμη υποστατά αλλά απλώς ενδεχόμενα ηθικά υποκείμενα. Το ίδιο συμβαίνει και με τις ηθικές αντιρρήσεις μας κατά του εκ των προτέρων καθορισμού του φύλλου ή άλλων σημαντικών βιολογικών γνωρισμάτων του εμβρύου από τους γονείς ή κατά της εμπορευματοποίησης - τουλάχιστον της απεριόριστης και ανεξαρτήτως σκοπού - του ανθρώπινου γενετικού υλικού. Ούτε εδώ αρκεί η αρχή της αυτονομίας για να δικαιολογήσει τις ηθικές αντιλήψεις μας.
Η ζητούμενη αρχή γίνεται ακόμη πιο εμφανής αν στραφούμε στο δεύτερο παράδειγμά μας, τις επεμβάσεις στο γενετικό υλικό φυτών που έχουν ενδεχόμενες επιπτώσεις στη βιοποικιλότητα. Δεν θα αναφερθώ εδώ στην αρνητική αξιολόγηση των ενδεχόμενων περιορισμών της βιοποικιλότητας, που μπορεί ίσως εν μέρει να δικαιολογηθεί από το δικαίωμά μας να απολαμβάνουμε την φυσική ποικιλία ή από την αδικία που προκαλούμε στις επόμενες γενιές αναγκάζοντάς τες να ζήσουν σε ένα υποβαθμισμένο φυσικό περιβάλλον. Θα επικαλεσθώ το αντίθετο παράδειγμα της αύξησης της βιοποικιλότητας με την δημιουργία νέων ειδών φυτών μέσω γενετικής επέμβασης. Είναι γνωστό ότι πολλά είδη φυτών έχουν ήδη από αιώνες δημιουργηθεί από τον άνθρωπο μέσω της γενετικής διασταύρωσης. Νομίζω όμως ότι μια ριζοσπαστική τέτοιου είδους επεμβάσεων, που θα προσλάμβανε ίσως βιομηχανικές διαστάσεις και θα ήγγιζε το σημείο να αλλάξει σε σημαντικό βαθμό το περιβάλλον συγκεκριμένων περιοχών του πλανήτη μας, θα προσέκρουε σε ηθικές αντιρρήσεις. Ποια αρχή μπορεί να δικαιολογήσει τέτοιες αντιρρήσεις;
Η ηθική φιλοσοφία κάνει σήμερα λόγο για την αρχή της αυταξίας της ζωής γενικά. Η αρχή αυτή είναι, με την πρώτη προσέγγιση, πολύ ασαφής και χρειάζεται διευκρινήσεις. Θα περιοριστώ σε λίγες παρατηρήσεις. Υπάρχουν θεολογικές εκδοχές της, που θεωρούν τη ζωή γενικά έργο του Δημιουργού του Σύμπαντος. Οι εκδοχές αυτές έχουν οδηγήσει ορισμένους σε ακραία συμπεράσματα, τα οποία ωστόσο οι περισσότεροι δεν είναι πρόθυμοι να αποδεχθούν. Υπάρχουν π.χ. υποστηρικτές της που ζητούν την απαγόρευση οποιασδήποτε επέμβασης στο γενετικό υλικό, γιατί τη θεωρούν εκδήλωση ανθρώπινης έπαρσης και υποκατάστασης στο θείο έργο. Υπάρχουν όμως και θεολογικές εκδοχές μετριοπαθέστερες. Με αυτές μπορούν να συνυπάρξουν οι εκκοσμικευμένες ερμηνείες της αρχής αυτής, που είναι σε θέση να ενσωματώσουν ακόμη και δαρβινικές θεωρίες της εξέλιξης της ζωής. Με βάση αυτές τις εκκοσμικευμένες εκδοχές, αυτό που εξηγεί την αυταξία της ζωής είναι τα χιλιάδες χρόνια που απαιτήθηκαν και οι αγώνες επιβίωσης που καταβλήθηκαν από τα διάφορα όντα, από τα πιο απλά ως το πιο πολύπλοκο, τον άνθρωπο, ώστε όλα αυτά μαζί , ή, με μια λέξη, ή φύση, να κατορθώσουν να συνθέσουν ένα εξισορροπημένο και λίγο-πολύ εναρμονισμένο σύνολο, μέσα στο οποίο το καθένα από αυτά να έχει τη δυνατότητα να αναπτυχθεί και να τελειοποιήσει την έστω και πρόσκαιρη ύπαρξή του. Κι αυτοί οι μακραίωνοι αγώνες, ακόμη και όντων που δεν είναι ικανά να θεωρηθούν ηθικά υποκείμενα, είναι κάτι που αξίζει το σεβασμό μας.








Παύλος Σούρλας


http://www.koinoniapoliton.gr


Τεύχος 6 - Καλοκαίρι 2001

Αρχαία βυζαντινή πόλη βρέθηκε στην Τουρκία

Ερείπια αρχαίας πόλης της βυζαντινής περιόδου ήρθαν στο φως κατά τη διάρκεια ανασκαφών στην πόλη Τσόρουμ, στην περιοχή της Ανατολίας. Σύμφωνα με όσα αναφέρει σε σχετικό δημοσίευμά της η «Turkish Daily News», έχει εντοπιστεί η τοποθεσία της αρχαίας πόλης Άκβατ, που εικάζεται πως είναι μεταξύ των συνόρων του χωριού Μπέιοζου και της περιφέρειας Μετζίτοζου και οι ανασκαφές για την πλήρη αποκάλυψή της θα ξεκινήσουν εντός του τρέχοντος έτους.Όπως δήλωσε ο Μεχμέτ Ντεμίρ από το Μουσείο Εθνογραφίας της Άγκυρας, ομάδα 32 επιστημόνων από τις Ηνωμένες Πολιτείες, τη Βρετανία, την Ιταλία και την Ελβετία, υπό την καθοδήγηση του ειδικού της περιόδου της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, καθηγητή Τζον Χάλντον, διενήργησε έρευνα τον περασμένο Αύγουστο στο Μπέιοζου προκειμένου να εντοπίσει την ακριβή τοποθεσία της αρχαίας πόλης Άκβατ.Τα αποτελέσματα της έρευνας θα παρουσιαστούν σε συμπόσιο που θα διεξαχθεί τον προσεχή Μάιο. «Οι ανασκαφές των βυζαντινών οικισμών θα συνεχίσουν τα επόμενα χρόνια», τόνισε ο κ. Ντεμίρ.



(φωτογραφία: ερείπια βυζαντινής πόλης στην Προύσα (Μπούρσα)




Πληροφορίες από ΑΠΕ-ΜΠΕ




atropos.gr