Τετάρτη 6 Φεβρουαρίου 2008

Thèmes de théorie générale et de logique du droit

Ανακοίνωση βιβλιοκρισίας του βιβλίου του ακαδημαϊκού κ. Γεωργίου Μητσόπουλου με τίτλο “Thèmes de théorie générale et de logique du droit” από τον ακαδημαϊκό κ. Κωνσταντίνο Δεσποτόπουλο.


"Με την ανακοίνωση αυτή επιτελώ χαρμόσυνο καθήκον προς εκλεκτό συνάδελφο και προς την Ακαδημία. Προοιμιακά επισημαίνω τα εξής: Η φιλοσοφία του δικαίου εμπεδώθηκε ως πανεπιστημιακό μάθημα και για τους σπουδαστές φιλοσοφίας και για τους σπουδαστές νομικών, αφότου προπάντων εκδόθηκε το περίφημο σύγγραμμα του διάσημου Γερμανού φιλοσόφου Hegel στο έτος 1821. Ως κλάδος σπουδαίος της φιλοσοφίας και ως ολοκλήρωμα επιστημονικό της νομικής είχε άξιους έκτοτε διακόνους στη Γαλλία και στη Γερμανία ή και στην Ιταλία και στην Ισπανία, μάλιστα και στην Ελλάδα, όπου υπηρετήθηκε από τον Κωνσταντίνο Τσάτσο πρώτιστα και τους εκγόνους της διδασκαλίας του. Υπάρχουν ειδικά περιοδικά φιλοσοφίας του δικαίου με κυκλοφορία και απήχηση διεθνώς. Το πιο σημαντικό από αυτά είναι το περιοδικό "
Archives de Philosophie du Droit"। Είχα λοιπόν τη χαρά να διαβάσω βιβλιοκρισία πολύ εγκωμιαστική βιβλίου του ακαδημαϊκού Γεωργίου Μητσόπουλου στο μεγάλο διεθνούς κύρους γαλλικό αυτό περιοδικό (τόμος 50, έτος 2007, σελίδες 437-438). Και ως Πρόεδρος της Εφορευτικής Επιτροπής του Κέντρου Ερεύνης της Ελληνικής Φιλοσοφίας είχα πρόσθετο καθήκον να σας ανακοινώσω την εγκωμιαστική αυτή βιβλιοκρισία, τιμητική όχι μόνο για τον συγγραφέα του βιβλίου, αλλά και για την Ακαδημία Αθηνών, ή και για την ελληνική επιστήμη. Ιδού κάποιες φράσεις της βιβλιοκρισίας: "Dans le cadre des publications du Centre de Recherche sur la Philosophie Grecque, de l’ Académie d’ Athènes, G. Mitsopoulos a publié cette année un livre fondamental qu’il convient de recommander à toute la communauté juridique, étudiants ou professeurs, législateurs ou juges, juristes ou philosophes du droit. Le titre semble modeste puisqu’il est ainsi libellé: “Thèmes de théorie générale et de logique du droit”. Mais, sitôt le livre ouvert, l’éclatante sagesse de l’auteur se manifeste. Le temps et l’expérience intellectuelle qui l’accompagnent font ici merveille. ……Mitsopoulos fonde ses réflexions sur une connaissance impressionnante des travaux grecs et étrangers en théorie générale du droit. Un modèle de probité scientifique. …॥ On a décidément toujours à apprendre des Grecs”.
Ακαδημία Αθηνών

Η εκλογή του νέου Προκαθημένου

Ι. Μ. ΚΟΝΙΔΑΡΗΣ

Από τη μεταπολίτευση και εντεύθεν την Εκκλησία της Ελλάδος διακόνησαν ως Προκαθήμενοί της δύο δυναμικές αλλά διαμετρικά αντίθετες προσωπικότητες: ο από Ιωαννίνων Σεραφείμ (Τίκας), σχεδόν επί μία εικοσιπενταετία, και ο από Δημητριάδος Χριστόδουλος (Παρασκευαΐδης), σχεδόν επί μία δεκαετία.
Η διαδικασία της εκλογής άνοιξε με την ανάληψη των καθηκόντων του Τοποτηρητή και η Διαρκής Ι. Σύνοδος προσδιόρισε ήδη την ημερομηνία της έκτακτης συγκλήσεως της Ιεραρχίας για την προσεχή Πέμπτη 7 Φεβρουαρίου, στον Καθεδρικό Ναό των Αθηνών, με μόνο θέμα την εκλογή του νέου Αρχιεπισκόπου.
Η εκλογή, σύμφωνα με τα ισχύοντα, διενεργείται σε μία και μόνη συνεδρία, χωρίς διακοπή, παρισταμένου του υπουργού Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων, ο οποίος επί ποινή ακυρότητας της διαδικασίας προσκαλείται εγγράφως τουλάχιστον 48 ώρες πριν από την εκλογή. Αν ο υπουργός παρ' ότι κλήθηκε δεν προσέλθει, η συνεδρίαση θεωρείται έγκυρη. Αν προσέλθει, αποφαίνεται παραχρήμα και ανεκκλήτως σε κάθε ένσταση που προβάλλεται κατά τη διάρκεια της εκλογής είτε αναφέρεται στη διαδικασία της ψηφοφορίας είτε στα προσόντα των εκλογίμων.
Υποψηφιότητες δεν υποβάλλονται. Εκλόγιμοι είναι όλοι οι Ελληνες το γένος εν ενεργεία Μητροπολίτες, συνεπώς όχι μόνο οι εν ενεργεία Μητροπολίτες της Εκκλησίας της Ελλάδος, αλλά και εκείνοι όλων των άλλων Ορθόδοξων Εκκλησιών εφόσον είναι Ελληνες το γένος, καθώς επίσης όσοι είναι εγγεγραμμένοι στον κατάλογο των εκλογίμων για αρχιερατεία.
Η Ι. Σύνοδος της Ιεραρχίας, το σώμα των εκλεκτόρων, βρίσκεται σε απαρτία αν παρίστανται τουλάχιστον τα 2/3 των μελών της. Αν η απαρτία αυτή δεν επιτευχθεί, η Ι. Σύνοδος της Ιεραρχίας συνέρχεται χωρίς καμία άλλη διαδικασία ή πρόσκληση την επόμενη εργάσιμη ημέρα, στον ίδιο τόπο και την ίδια ώρα και θεωρείται ότι βρίσκεται σε απαρτία ανεξαρτήτως του αριθμού των παρόντων.
Η ψηφοφορία είναι μυστική και διεξάγεται, ευθύς μετά την προσευχή που προηγείται, ενώπιον επιτροπής που αποτελείται από τον προεδρεύοντα της συνελεύσεως και τους δύο αμέσως επόμενους κατά τα πρεσβεία της αρχιεροσύνης Ιεράρχες. Αρχίζει από τον νεότερο κατά τα πρεσβεία από τα παρόντα μέλη της Ιεραρχίας. Στο ψηφοδέλτιο πρέπει να αναγράφεται το όνομα και ο τίτλος του προτιμωμένου κατά τρόπο που να μην υπάρχει αμφιβολία για το προτεινόμενο πρόσωπο.
Αρχιεπίσκοπος Αθηνών εκλέγεται όποιος λάβει την απόλυτη πλειονοψηφία των ψηφισάντων. Αν στην πρώτη ψηφοφορία κανείς δεν συγκεντρώσει την απαιτούμενη πλειονοψηφία, επαναλαμβάνεται αμέσως και χωρίς διακοπή η ψηφοφορία, αν δε και κατά τη δεύτερη ψηφοφορία δεν επιτευχθεί η απόλυση πλειονοψηφία επαναλαμβάνεται και πάλι, για τρίτη και τελευταία φορά, η ψηφοφορία, οπότε εκλεγείς θεωρείται εκείνος που έλαβε τις περισσότερες ψήφους. Επί ισοψηφίας κατά την τρίτη ψηφοφορία, ο Αρχιεπίσκοπος αναδεικνύεται με κλήρωση μεταξύ αυτών που ισοψήφησαν.
Το πρώτο ερώτημα που αναδεικνύεται εν όψει της επικείμενης εκλογής είναι ποια στάση θα τηρήσει η Πολιτεία, ακριβέστερα η σημερινή κυβέρνηση. Θα θελήσει να μετάσχει ο υπουργός Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων στην εκλογή, όπως είχε πράξει ο τότε υπουργός Γερ. Αρσένης στην εκλογή του μακαριστού Αρχιεπισκόπου Χριστοδούλου; Ή μήπως με την απουσία του ο σημερινός υπουργός Ευρ. Στυλιανίδης θα θελήσει να υπογραμμίσει ότι πιστεύει σε μια απολύτως ελεύθερη Εκκλησία, η οποία είναι σε θέση να διεκπεραιώσει χωρίς πολιτειακό παρατηρητή την εκλογική διαδικασία;
Ερώτημα επίσης συνιστά αν το σώμα των Ιεραρχών θα έχει ήδη διαμορφώσει άποψη περί του ενδεδειγμένου προσώπου μεταξύ των εκλογίμων έτσι ώστε να εκλεγεί ο νέος Αρχιεπίσκοπος με την πρώτη ψηφοφορία, πράγμα που ασφαλώς θα του έδιδε πολύ μεγαλύτερο κύρος. Είναι όμως γνωστό ότι η πρώτη ψηφοφορία μπορεί να χρησιμεύσει για την ανίχνευση των δυνάμεων των επικρατέστερων διεκδικητών και δεν προοιωνίζεται πάντοτε το τελικό αποτέλεσμα. Σε αυτή την πρώτη ψηφοφορία δίδεται η ευκαιρία σε μέλη του σώματος να σταθμίσουν τις τάσεις, ψηφίζοντας είτε τον εαυτό τους είτε έναν εντελώς ανυποψίαστο εκλόγιμο.
Αν και στη δεύτερη ψηφοφορία το σώμα της Ιεραρχίας δεν αποδειχθεί ώριμο για μια εκλογή με απόλυτη πλειονοψηφία, τότε είναι προφανές ότι ο τρίτος σε αριθμό ψήφων από τους διεκδικητές του Θρόνου (θα) μπορεί να επηρεάσει αποφασιστικώς το τελικό αποτέλεσμα, κατευθύνοντας τους υποστηρικτές του προς έναν από τους δύο επικρατέστερους διεκδικητές। Το προφανές μειονέκτημα στην περίπτωση αυτή είναι ότι ο νέος Αρχιεπίσκοπος, ο οποίος θα εκλεγεί με σχετική πλειονοψηφία στην τρίτη και αναγκαίως τελευταία ψηφοφορία, θα οφείλει την εκλογή του στην κίνηση αυτή, με ό,τι τούτο συνεπάγεται...

Ο κ. Ι. Μ. Κονιδάρης είναι καθηγητής της Νομικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών.

Το ΒΗΜΑ, 03/02/2008