Παρασκευή 28 Μαρτίου 2008

Στράτευση στην ανανέωση των ιστορικών σπουδών

Του ΒΑΣΙΛΗ Κ. ΚΑΛΑΜΑΡΑ

Ένα από τα σημαντινότερα περιοδικά Ιστορίας, από τη μεταπολίτευση και μετά, τα «Ιστορικά» δεν αλλάζουν χέρια, αλλά από τούδε και στο εξής θα συνεκδίδονται: από τον πρώτο εκδότη τους, την «Μέλισσα», που το στήριξε εδώ και είκοσι πέντε χρόνια, και από τον νέο εταίρο, το «Μουσείο Μπενάκη». Ετσι, το εξώφυλλο του τελευταίου τεύχους (αρ. 47) έχει στο κάτω μέρος του τον λογότυπο των δύο εκδοτών.

Τον Σεπτέμβριο του 1983, ο Σπύρος Ασδραχάς, ο Φίλιππος Ηλιού (1931-2004) και ο Βασίλης Παναγιωτόπουλος αποφάσισαν να βγάλουν το πρώτο τεύχος ενός περιοδικού, το οποίο θα κυκλοφορούσε δύο φορές τον χρόνο και θα ανανέωνε τη μεθοδολογία και τη θεματολογία της ιστορικής επιστήμης στην Ελλάδα. Μετά τον θάνατο του Φίλιππου Ηλιού, ο διευθυντής του «Μουσείου Μπενάκη» Αγγελος Δεληβορριάς πήρε τη θέση του στη διεύθυνση του περιοδικού. Ο Γιώργος Ραγιάς, ο εκδότης τής «Μέλισσας», ανέλαβε να το τυπώσει χωρίς να πάρει χρηματοδότηση από ίδρυμα ή από πανεπιστήμιο.
Βέβαια, οι συνεργάτες δεν πληρώνονται, όμως δίνεται μεγάλο βάρος στην παραγωγή τού κάθε τεύχους: είναι προσεγμένο τυπογραφικά και οι άψογες διορθώσεις των τυπογραφικών δοκιμίων ανεβάζουν το κόστος παραγωγής του. Το περιοδικό δεν μπαίνει μέσα οικονομικά, αλλά τα χρήματα από τις πωλήσεις επενδύονται ξανά στην έκδοσή του. Τώρα, με τα νέα εκδοτικά δεδομένα, όπως μας λέει ο 76χρονος Βασίλης Παναγιωτόπουλος, ομότιμος διευθυντής Ερευνών του Εθνικού Ιδρύματος Ερευνών, στα «Ιστορικά» θα έχει «πρόσβαση ένα κοινό λόγιο, το οποίο ενδιαφέρεται για την ιστορία και τον πολιτισμό γενικότερα. Κάτι που δεν συνέβαινε ώς τώρα, μέσω του παλιού βιβλιοπωλιακού συστήματος».

Οι ηλικίες των συνεργατών, που συνεισφέρουν με μελέτες, άρθρα και βιβλιοκρισίες τους, είναι, όπως επισημαίνει χαρακτηριστικά ο Βασίλης Παναγιωτόπουλος, από 25 έως... 100 ετών. Η κάθε συνεισφορά υποβάλλεται στη διεύθυνση του περιοδικού και, αν εγκριθεί, δημοσιεύεται.

«Χωρίς να είναι στρατευμένο, το περιοδικό δεν έχει και μεγάλη ευρύτητα αντικρουόμενων θέσεων και απόψεων. Αν πρέπει να σταθούμε στο στίγμα του, θα υποστηρίζαμε ότι χαρακτηρίζεται από υψηλό βαθμό κριτικότητας», περιγράφει ο Βασίλης Παναγιωτόπουλος.

Μέσω των σελίδων των «Ιστορικών» διοχετεύτηκαν καινούργια θέματα ιστοριογραφίας, που ανανέωσαν ή συνέβαλαν στην ανανέωση των ιστορικών σπουδών στη χώρα μας. Οι κλάδοι, οι οποίοι ενεργοποιήθηκαν ήταν οι ακόλουθοι: η ιστορία των επιστημών, η οικονομική ιστορία, η ιστορική δημογραφία, η ιστορία των συνειδήσεων και των συμπεριφορών, η πνευματική και πολιτιστική ιστορία, η ιστορία των υλικών συνθηκών του βίου.Την πρώτη χρονιά έκδοσης του περιοδικού, στο ελληνικό επιστημονικό τοπίο της Ιστορίας «επικρατούσαν παραδοσιακές ερευνητικές πρακτικές, οι οποίες ήταν ερμητικά κλειστές προς κάθε επιστημονική ανανέωση», θυμάται ο Βασίλης Παναγιωτόπουλος.
Έτσι, το στοίχημα ήταν να μεταφερθούν τα νέα μεθοδολογικά και θεματολογικά εργαλεία της Ιστορίας στα καθ' ημάς, όπως είχαν κωδικοποιηθεί στα δυτικά πανεπιστήμια: «Βεβαίως, υπήρχε το έδαφος αυτό για τη μεταφορά. Συνίστατο κυρίως στον ικανοποιητικό αριθμό Ελλήνων ιστορικών που είχαν σπουδάσει ή είχαν παραμείνει επί πολλά χρόνια σε ευρωπαϊκές πρωτεύουσες. Εκεί, δηλαδή, που η ανανέωση των ιστορικών σπουδών είχε γίνει καθεστώς», λέει εκ των υστέρων ο Βασίλης Παναγιωτόπουλος.
Το ευρετήριο περιεχομένων του συνόλου των τευχών του περιοδικού «Τα Ιστορικά» είναι πλέον προσιτό σε κάθε ενδιαφερόμενο στους δικτυακούς τόπους του εκδοτικού οίκου «Μέλισσα» (www.melissabooks.com) και του «Μουσείου Μπενάκη» (www.benaki.gr).

ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ/28.03.08