Δεν είναι της ειδικότητάς μου να μιλήσω για τα επιτεύγματα της βιοτεχνολογίας ούτε να εκτιμήσω, με ένα είδος συνοπτικής ετυμηγορίας, θετικά ή αρνητικά τα ως τώρα πρακτικά αποτελέσματα από την ανάπτυξη της για τη ζωή και την κοινωνία μας. Ως προς τη βιοτεχνολογία καθαυτή είμαι ένας κοινός πολίτης, που γνωρίζει τόσα όσα η γενική πληροφόρηση του κοινού και η εκλαΐκευση των επιστημονικών και τεχνολογικών επιτευγμάτων του επιτρέπουν να γνωρίζει. Αυτό όμως που μπορώ να επιχειρήσω είναι να συμβάλω στην αναζήτηση, σε μια συζήτηση με τους ειδικούς των επιστημών που άπτονται της βιοτεχνολογίας, τα κριτήρια μίας τέτοιας αξιολόγησης. Τα κριτήρια αυτά είναι προεχόντως ηθικά και είμαι της γνώμης ότι μια θεμελιακή συζήτηση γύρω από τα βασικά ηθικά μας κριτήρια που σχετίζονται με την αξία της ζωής και τη σημασία της φύσης πρέπει σήμερα όσο το δυνατόν να ενισχυθεί και να διευρυνθεί.
Όταν μιλάμε για βιοτεχνολογία, εννοούμε την εφαρμογή των πορισμάτων των βιολογικών επιστημών προς επίτευξη πρακτικών αποτελεσμάτων, κυρίως με την παρέμβαση στα γονίδια και έτσι τη χειραγώγηση βιολογικών διαδικασιών προς επίτευξη προσχεδιασμένων αποτελεσμάτων. Δεν εννοούμε τη βασική βιολογική έρευνα που αποβλέπει στη διεύρυνση της γνώσης μας, αλλά την εφαρμογή της με σκοπό την παρέμβαση στη φύση προς επίλυση πρακτικών προβλημάτων. Η διάκριση έχει καίρια σημασία, γιατί στη διεύρυνση της γνώσης δεν είναι επιθυμητό να τίθενται κανενός είδους φραγμοί και απαγορεύσεις, ενώ τα ηθικά και νομικά προβλήματα αρχίζουν από τη στιγμή της τεχνολογικής εφαρμογής. Αυτό συμβαίνει επειδή η γνώση αντιμετωπίζεται στον πολιτισμό μας ως μια αυταξία που έχει μάλιστα αθροιστικό χαρακτήρα: όσο περισσότερη διαθέτουμε, τόσο καλύτερα. Αντίθετα τα τεχνολογικά επιτεύγματα δεν διαθέτουν αυταξία, αφού μπορούμε να τα χρησιμοποιούμε εξίσου για αγαθούς και για κακούς σκοπούς. Στην πράξη ωστόσο τα όρια μεταξύ θεωρητικής γνώσης και τεχνικής εφαρμογής είναι πολλές φορές δυσδιάκριτα. Από την εποχή του Γαλιλαίου η επιστημονική αλήθεια κρίνεται με βάση ένα πρότυπο όχι θεωρητικής ενατένισης της παγκόσμιας αρμονίας αλλά ικανότητας ελεγχόμενης αναπαραγωγής φυσικών διεργασιών. Έτσι η ανάγκη θέσης ορίων στην πρακτική εφαρμογή πολλές φορές παρασύρει και την έρευνα, ιδίως εφόσον αυτή έχει πειραματικό χαρακτήρα.
Ποιες είναι όμως οι ηθικές αρχές που περιορίζουν την πρακτική επέμβαση στο γενετικό υλικό υπό την ευρεία σημασία του όρου, συμπαρασύροντας καμιά φορά και την έρευνα; Είμαστε ικανοποιημένοι από την ως τώρα πρακτική τήρησή τους και τι μέτρα πρέπει να ληφθούν στο μέλλον για την αποτροπή των κινδύνων παραβίασής τους; Τα ερωτήματα είναι μεγάλα και δύσκολά και η οι δυνατότητες μιας αναζήτησης απάντησης σε μια παρέμβαση όπως η δική μου εδώ απόψε είναι ασφαλώς εξαιρετικά περιορισμένες. Παρ' όλα αυτά μπορεί, έστω και με εντελώς συνοπτικό τρόπο, να δειχθεί τι μπορεί να προσφέρει μια συζήτηση γύρω από τα καίρια ηθικά ζητήματα που συνδέονται με τη βιοτεχνολογία με βάση ορισμένα χτυπητά παραδείγματα.
Η παρατήρηση, από την οποία θα ήθελα να ξεκινήσω, είναι ότι, όταν μιλάμε για ηθικά ζητήματα, σκεφτόμαστε αμέσως τις διαφωνίες που υπάρχουν μεταξύ μας, δυσπιστούμε ως προς τη δυνατότητα του διαλόγου γύρω από τις αρχές και τις αξίες μας πιστεύοντας ότι εισερχόμαστε στο χώρο των υποκειμενικών επιλογών και της προσωπικής πίστης. Η ηθική έχει λοιπόν από την αφετηρία να ξεπεράσει μια εναντίον της προκατάληψη, γιατί της ζητείται κάτι που δεν ζητείται από τις επιστήμες, να αποδείξει δηλαδή εκ των προτέρων ότι επιδέχεται μια στέρεη ανάλυση και ότι οι κρίσεις μας που σχετίζονται με αυτήν μπορούν να θεμελιωθούν με τη βοήθεια επιχειρημάτων κοινής αποδοχής. Τα τελευταία όμως χρόνια έχει ενταθεί διεθνώς η έρευνα σε ηθικά ζητήματα και μία από τις προκλήσεις που οδήγησαν σ' αυτό το φαινόμενο ήταν η πρόοδος των βιολογικών επιστημών και εφαρμογών. Μαζί με την βιοτεχνολογία έχει λοιπόν αναπτυχθεί ακαδημαϊκά και η ηθική έρευνα και, τουλάχιστον μεταξύ των ειδικών, έχει κατά πού περιοριστεί ο φόβος της διαφωνίας και εμπεδωθεί η πεποίθηση ότι αυτό που μας ενώνει στις ηθικές πεποιθήσεις μας είναι πολύ σημαντικότερο από αυτό που μας χωρίζει.
Στα επόμενα θα προσπαθήσω να τεκμηριώσω όσα είπα προηγουμένως, αναφερόμενος σε δύο παραδείγματα. Το πρώτο αφορά την επέμβαση στο ανθρώπινο γονιδίωμα και το δεύτερο σε επεμβάσεις σε φυτικούς οργανισμούς ικανές να περιορίσουν την βιοποικιλότητα.
Ας ξεκινήσουμε από το ανθρώπινο γονιδίωμα. Είναι γενικά παραδεκτό ότι στον τομέα αυτόν οι περιορισμοί πρέπει να είναι οι πιο αυστηροί. Η πρώτη σκέψη κατά την αναζήτηση της ηθικής βάσης αυτών των περιορισμών είναι η επίκληση της αρχής της αυτονομίας του προσώπου. Η αρχή αυτή επιβάλλει πριν απ' όλα, ως προϋπόθεση επέμβασης οποιασδήποτε μορφής σε ζώντα άνθρωπο είτε για διαγνωστικούς είτε για θεραπευτικούς σκοπούς, την ειδική συναίνεσή του, η οποία με τη σειρά της απαιτεί την πλήρη και συνεχή ενημέρωσή του. Η ίδια αρχή έχει όμως υποδειχθεί από πολλούς ως βάση της ηθικής αντιμετώπισης και άλλων μορφών επέμβασης σε ανθρώπινο γενετικό υλικό. Για παράδειγμα, κάθε είδους πειραματισμοί, από τους οποίους μπορεί να προκύψει η τεχνολογική δυνατότητα ανάπτυξης ανθρωποειδών όντων που δεν θα διαθέτουν πλήρη τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα του ανθρώπου, πράγμα για το οποίο κανείς σήμερα δεν αμφιβάλλει ότι πρέπει να απαγορευθούν, αποκλείονται με επίκληση της ίδιας αρχής της αυτονομίας. Όντα λίγο-πολύ ανθρώπινα, που δεν θα έχουν όμως την ικανότητα πλήρους ηθικής ανάπτυξης, είναι απαράδεκτο να δημιουργηθούν βάσει της αρχής της αυτονομίας, όπως επίσης είναι απαράδεκτο να δημιουργήσουμε όντα με ελλιπείς ανθρώπινες ιδιότητες. Γιατί έτσι δεν σεβόμαστε κάτι που μπορούμε να θεωρήσουμε δεδομένο βάσει ενός διανοητικού πειράματος: αν υποθέσουμε ότι είχαμε ποτέ την δυνατότητα να ρωτήσουμε τέτοια όντα και αυτά είχαν την ικανότητα να μας απαντήσουν, τότε είναι μάλλον βέβαιο ότι, λόγω της μειονεξίας στην οποία τα καταδικάζουμε, δεν θα συναινούσαν να τα φέρουμε στη ζωή.
Γρήγορα έγινε όμως αντιληπτό ότι η αρχή της αυτονομίας δεν επαρκεί ως ηθική βάση όλων των εκτιμήσεών μας. Αυτό φαίνεται πριν απ' όλα στην αντίθετη περίπτωση από την ανάπτυξη ανθρωποειδών: στην ανάπτυξη υπερανθρώπων, δηλαδή στην περίπτωση επεμβάσεων στο γενετικό υλικό για λόγους ευγονικούς. Ως ευγονικός εννοείται εδώ ο σκοπός μιας παρέμβασης όταν ξεπερνά την απλή προληπτική πρόθεση και αποβλέπει στην δημιουργία ανθρώπων με υπερέχοντα σωματικά ή πνευματικά χαρακτηριστικά. Οι ευγονικές παρεμβάσεις μας ενοχλούν ηθικά σε πολύ μεγάλο βαθμό (ενώ δεν ενόχλησαν κοινωνίες ή πολιτικά συστήματα τα οποία ωστόσο εμείς κρίνουμε αποτρόπαια), αλλά δεν είμαστε σε θέση να δικαιολογήσουμε τις ηθικές μας αντιρρήσεις αν περιοριστούμε στην αρχή της αυτονομίας. Κάποιος είναι πάρα πολύ πιθανόν να συγκατατεθεί στο να γίνει υπεράνθρωπος, ενώ θα ήταν μια "τραβηγμένη" κατασκευή να δεχτούμε ότι πάντως με την ευγονική τραυματίζεται η αυτονομία όλων των υπόλοιπων κατοίκων του πλανήτη (ή η αξίωσή τους για ίση μεταχείριση). Πρέπει λοιπόν να αναζητήσουμε και μια άλλη ηθική αρχή που να ισχύει παράλληλα προς την αρχή της αυτονομίας. Το πρόβλημα που υπάρχει εδώ γίνεται αντιληπτό μόλις αναρωτηθούμε αν η αρχή της αυτονομίας είναι αρχή που ισχύει γενικά και απρόσωπα ή αν πρέπει να αναφέρεται σε κάθε συγκεκριμένο και διακριτό πρόσωπο. Αν ισχύει το δεύτερο, πράγμα πολύ ευλογοφανές, τότε έχουμε πρόβλημα πώς να δικαιολογήσουμε την ηθική μας διαίσθηση, σύμφωνα με την οποία οι περιορισμοί σε πειραματισμούς με ανθρώπινο γονιδίωμα πρέπει μάλλον να θεωρηθούν επιβεβλημένοι γενικά και απρόσωπα και πριν καν την εφαρμογή τους σε συγκεκριμένους ανθρώπους. Όταν λ.χ μιλάμε για επιπτώσεις μιας επέμβασης σε μέλλουσες γενιές, δεν υπάρχουν ακόμη συγκεκριμένα πρόσωπα που να θίγονται στην αυτονομία τους παρά μόνο μια προσδοκώμενη αυτονομία μελλοντικών προσώπων που δεν αποτελούν ακόμη υποστατά αλλά απλώς ενδεχόμενα ηθικά υποκείμενα. Το ίδιο συμβαίνει και με τις ηθικές αντιρρήσεις μας κατά του εκ των προτέρων καθορισμού του φύλλου ή άλλων σημαντικών βιολογικών γνωρισμάτων του εμβρύου από τους γονείς ή κατά της εμπορευματοποίησης - τουλάχιστον της απεριόριστης και ανεξαρτήτως σκοπού - του ανθρώπινου γενετικού υλικού. Ούτε εδώ αρκεί η αρχή της αυτονομίας για να δικαιολογήσει τις ηθικές αντιλήψεις μας.
Η ζητούμενη αρχή γίνεται ακόμη πιο εμφανής αν στραφούμε στο δεύτερο παράδειγμά μας, τις επεμβάσεις στο γενετικό υλικό φυτών που έχουν ενδεχόμενες επιπτώσεις στη βιοποικιλότητα. Δεν θα αναφερθώ εδώ στην αρνητική αξιολόγηση των ενδεχόμενων περιορισμών της βιοποικιλότητας, που μπορεί ίσως εν μέρει να δικαιολογηθεί από το δικαίωμά μας να απολαμβάνουμε την φυσική ποικιλία ή από την αδικία που προκαλούμε στις επόμενες γενιές αναγκάζοντάς τες να ζήσουν σε ένα υποβαθμισμένο φυσικό περιβάλλον. Θα επικαλεσθώ το αντίθετο παράδειγμα της αύξησης της βιοποικιλότητας με την δημιουργία νέων ειδών φυτών μέσω γενετικής επέμβασης. Είναι γνωστό ότι πολλά είδη φυτών έχουν ήδη από αιώνες δημιουργηθεί από τον άνθρωπο μέσω της γενετικής διασταύρωσης. Νομίζω όμως ότι μια ριζοσπαστική τέτοιου είδους επεμβάσεων, που θα προσλάμβανε ίσως βιομηχανικές διαστάσεις και θα ήγγιζε το σημείο να αλλάξει σε σημαντικό βαθμό το περιβάλλον συγκεκριμένων περιοχών του πλανήτη μας, θα προσέκρουε σε ηθικές αντιρρήσεις. Ποια αρχή μπορεί να δικαιολογήσει τέτοιες αντιρρήσεις;
Η ηθική φιλοσοφία κάνει σήμερα λόγο για την αρχή της αυταξίας της ζωής γενικά. Η αρχή αυτή είναι, με την πρώτη προσέγγιση, πολύ ασαφής και χρειάζεται διευκρινήσεις. Θα περιοριστώ σε λίγες παρατηρήσεις. Υπάρχουν θεολογικές εκδοχές της, που θεωρούν τη ζωή γενικά έργο του Δημιουργού του Σύμπαντος. Οι εκδοχές αυτές έχουν οδηγήσει ορισμένους σε ακραία συμπεράσματα, τα οποία ωστόσο οι περισσότεροι δεν είναι πρόθυμοι να αποδεχθούν. Υπάρχουν π.χ. υποστηρικτές της που ζητούν την απαγόρευση οποιασδήποτε επέμβασης στο γενετικό υλικό, γιατί τη θεωρούν εκδήλωση ανθρώπινης έπαρσης και υποκατάστασης στο θείο έργο. Υπάρχουν όμως και θεολογικές εκδοχές μετριοπαθέστερες. Με αυτές μπορούν να συνυπάρξουν οι εκκοσμικευμένες ερμηνείες της αρχής αυτής, που είναι σε θέση να ενσωματώσουν ακόμη και δαρβινικές θεωρίες της εξέλιξης της ζωής. Με βάση αυτές τις εκκοσμικευμένες εκδοχές, αυτό που εξηγεί την αυταξία της ζωής είναι τα χιλιάδες χρόνια που απαιτήθηκαν και οι αγώνες επιβίωσης που καταβλήθηκαν από τα διάφορα όντα, από τα πιο απλά ως το πιο πολύπλοκο, τον άνθρωπο, ώστε όλα αυτά μαζί , ή, με μια λέξη, ή φύση, να κατορθώσουν να συνθέσουν ένα εξισορροπημένο και λίγο-πολύ εναρμονισμένο σύνολο, μέσα στο οποίο το καθένα από αυτά να έχει τη δυνατότητα να αναπτυχθεί και να τελειοποιήσει την έστω και πρόσκαιρη ύπαρξή του. Κι αυτοί οι μακραίωνοι αγώνες, ακόμη και όντων που δεν είναι ικανά να θεωρηθούν ηθικά υποκείμενα, είναι κάτι που αξίζει το σεβασμό μας.
Παύλος Σούρλας
http://www.koinoniapoliton.gr
Τεύχος 6 - Καλοκαίρι 2001
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου