Κυριακή 17 Φεβρουαρίου 2008

Η φιλοσοφία δεν είναι '' έργο πηνελόπειο ούτε σισύφειο ''

Ο Κ. Δεσποτόπουλος πραγματεύεται «θέματα ελευθερίας, ηθικής, μεταφυσικής, επιστημολογίας και ιστορίας της φιλοσοφίας»
Της Μυρτώς Δραγώνα - Μονάχου*


Ο ακαδημαϊκός Κωνσταντίνος Δεσποτόπουλος, παραπέμποντας στο σωκρατικό «έως πέρ’ αν εμπνέω και οίος τ’ ω, ου μη παύσομαι φιλοσοφών», κλείνει την πρόσφατη συλλογή των φιλοσοφικών δοκιμίων του με την καθόλου απολογητική, αλλά αταλάντευτα προγραμματική δήλωση: «Δικαιούμαι άρα και ο ίδιος εγώ να πιστεύω στη δυνατότητα και στο καθήκον να συνεχίσω τη συγγραφική δράση μου». Εχοντας συμπληρώσει το καρτεσιανό «σκέπτομαι άρα υπάρχω» με το «εργάζομαι άρα υπάρχω», ο σοφός πια φιλόσοφός μας υπόσχεται ότι θα εξακολουθήσει να ασκεί το καθήκον, συνάμα και δικαίωμά του, να μας ενσταλάζει κάθε τόσο την κατασταλαγμένη σοφία του, συγκεντρώνοντας και δημοσιεύοντας αυτοτελώς κείμενα που αποτελούν «είτε εκφράσεις ένδοθεν υποκινημένου διαλογισμού είτε διαλογισμού κατά παρακίνηση έξωθεν». Στην παρούσα συλλογή δημοσιευμάτων, λόγων και ανακοινώσεών του, πραγματεύεται «θέματα θεωρίας της ελευθερίας, ηθικής, μεταφυσικής, επιστημολογίας και ιστορίας της φιλοσοφίας» (σελ. 11).

Με το κύρος μιας μακράς ζωής αφιερωμένης απαρέγκλιτα στο πνεύμα και την παιδεία, μιας ζωής κατά την οποία επέτυχε «πάσας τας τύχας ευσχημόνως φέρειν» και την οποία, αμετανόητος πάντα έφηβος, εξακολουθεί να χαρακτηρίζει και σήμερα «εξαίσιο θαύμα», αποτιμά στις πραγματικές του διαστάσεις τις «προόδους» της εποχής, διακρίνει με «όμμα» αριστοτελικού «σπουδαίου» τις αξίες από τις ασημαντότητες, τα νοούμενα από τα φαινόμενα και αξιολογεί τα πράγματα και τους καιρούς στα σωστά τους μέτρα. Δεν τον αφήνουν αδιάφορο οι εξελίξεις της βιολογίας και της γενετικής, αλλά αποτρέπει κάθε παραπλανητικό αναγωγισμό της ουσίας του ανθρώπου. Κάνοντας βιοηθική χωρίς να το ομολογεί, παρατηρεί στα δοκίμια «Η ζωή του ανθρώπου και το δράμα της ελευθερίας του» και «Ορια της επιστήμης και όροι του κύρους της»: «Με τα γονίδια και τα παρόμοια δεν εξηγείται η ουσία του ανθρώπου και δεν βεβαιώνεται η αξία του. Του ανθρώπου έργο είναι και η θεωρία των γονιδίων... Ο,τι και αν τυχόν η θεωρία των γονιδίων αποκαλύπτει από τη σύσταση του ανθρώπου, αυτό είναι μερικώς μόνο σημαντικό για την ύπαρξη του ανθρώπου, δεν ταυτίζεται με την ουσία και την αξία του» (σελ. 13-14, 134).

Το δικαίωμα της ελευθερίας
Έχοντας πραγματευθεί επανειλημμένως και εκτενώς στο παρελθόν τόσο την έννοια της ελευθερίας όσο και την έννοια του δικαιώματος, στη μελέτη του «Η ελευθερία ως δικαίωμα του ανθρώπου», εστιάζει την προβληματοθεσία του στο δικαίωμα της ελευθερίας μέσα στο πλαίσιο του συστήματος του δικαίου, αλλά και έξω από αυτό, αναιρεί καθιερωμένες πλάνες και επισημαίνει ότι «για να υπάρξει ως δικαίωμα η ελευθερία σε ορισμένο άνθρωπο, χρειάζεται να έχει αυτός ήδη κάπως την ελευθερία ως ικανότητα έλλογη προς αυτοκαθορισμό» (σελ. 45). Παρατηρεί ωστόσο ότι «η σχέση ελευθερίας και ανθρώπου δεν είναι αδιάπτωτη», θεωρεί «παραλογισμό την αξίωση από τον άνθρωπο και ελευθερίας προς μη πραγμάτωσή του από τον ίδιο παραδεκτού ορθού τρόπου συμπεριφοράς», την οποία αποδίδει σε αδυναμία και ανεπάρκεια του ανθρώπου.
Υστερα από την καταξιωμένη θεωρητικά και διδακτικά μονογραφία του για την ηθική και τη συχνή επάνοδό του στο ηθικό και πραξιολογικό πρόβλημα, ο Κωνσταντίνος Δεσποτόπουλος καταπιάνεται και πάλι με το ιδιαίτερο επίκαιρο σήμερα θέμα της ηθικής στο δοκίμιο «Περί της Ηθικής», ορίζοντας προγραμματικά την ηθική ως «εντελέχεια της ελευθερίας» (σελ. 69). Θεωρώντας μαζί με πολλούς σήμερα ανθρωπολόγους και βιοκοινωνιολόγους την ηθική εγγενή στον άνθρωπο, λέει χαρακτηριστικά, θυμίζοντας τον πλατωνικό μύθο του Πρωταγόρα: «...η ηθική δεν θα ήταν ούτε αναγκαία ούτε δυνατή, αν ο άνθρωπος... δεν ήταν αναπόδραστα καταπιστευμένος με τον ορθό αυτοκαθορισμό της υπερ-ζωικής, άλλωστε, συμπεριφοράς του, καθώς και προνομιακά προικισμένος με το χάρισμα της ελευθερίας και της τροφού της ελευθερίας, πνευματικότητας» (σελ. 68). Παρατηρεί ωστόσο ότι η βούληση του ανθρώπου δεν διέπεται μόνο από τον πρακτικό λογισμό αλλά και από αλογικές ψυχικές τάσεις, πόθους και πάθη γιατί «δεν έχει ο άνθρωπος την παντοδυναμία της θεότητας ή και τη μεγαλοδυναμία της αγιότητας» (σελ. 73).


Υπεράσπιση του Πλάτωνα
Παρά την εμμονή του σε κείμενα που αφορούν το πνεύμα, και παρά την αδιόρατη έστω προτίμησή του για τον Πλάτωνα έναντι του Αριστοτέλη, στην ομιλία του «Η αριστοτέλεια κριτική της θεωρίας των ιδεών» (σελ. 121-132) –στην οποία και επιχειρεί ενδιαφέρουσα υπεράσπιση της πλατωνικής θεωρίας με προσωπική ερμηνεία επίμαχων αριστοτελικών χωρίων– δεν παραλείπει να επικεντρωθεί στον Αριστοτέλη στη μελέτη του «Περί των αισθήσεων του ανθρώπου» (σελ. 156-188). Και δεν αποσιωπά την «προ-αρχιμήδεια μεγαλουργία των Ελλήνων» στην επιστήμη και την τεχνική.
Σε όλες τις άλλες εργασίες που εμφανίζονται σε αυτόν τον τόμο έχει ο πρύτανης των Ελλήνων φιλοσόφων κάτι νέο, προσωπικό και εξαιρετικά ενδιαφέρον να μας πει ή να μας θυμίσει (σ. 233-235). Τα κείμενά του είναι αποστάγματα μακράς και βαθιάς μελέτης, ευαισθησίας και καλλιέργειας ή ευτυχισμένης ενορατικής σύλληψης. Η αέναη εξοικείωσή του με τα κείμενα, ιδιαίτερα της προσωκρατικής και της κλασικής φιλοσοφίας, προσφέρει εύστοχες ερμηνείες σε πολυσυζητημένα χωρία και αποσπάσματα (σελ. 124-125, 140-143) και ανασυγκροτεί τον στοχασμό φιλοσόφων που αποτέλεσαν «εμψυχωτικά πρότυπα... σε δεινές περιστάσεις του βίου του», όπως ο Σωκράτης (189-195) ή υποδείγματα «φιλοσοφημένων πολιτικών ταγών», όπως ο Αρχύτας (196-200).


Επιδράσεις
Και στο έργο αυτό, όπως και σε όλη τη μακρά και σημαντική διαδρομή του στη φιλοσοφία και την ιστορία της, παραμένει ταγμένος στη φιλοσοφία και μάλιστα την ελληνική. Παρά τη φιλοσοφική πολυφωνία και τις ποικίλες αποτιμήσεις της αρχαίας φιλοσοφίας στους αιώνες, δεν θεωρεί τη φιλοσοφία «έργο πηνελόπειο ούτε σισύφειο» (σ. 210) και δεν παύει να τονίζει τις επιδράσεις της ελληνικής φιλοσοφίας στην ευρωπαϊκή φιλοσοφία.
Και στη συλλογή αυτή ο φιλοσοφικός στοχασμός ντύνεται με τη γλώσσα που μας είναι τόσο οικεία με τα εύηχα επίθετα, τους εύστοχους νεολογισμούς και τις ευτυχισμένες λυρικές εξάρσεις. Η λογοτεχνική υφή της φιλοσοφικής ακριβολογίας του κάνει την ανάγνωση των κειμένων αυτών ιδιαίτερα ευχάριστη και εποικοδομητική.
Ευχόμαστε ολόψυχα στον Κωνσταντίνο Δεσποτόπουλο να υπερβεί με τη συνδρομή της φιλοσοφίας την πρόσφατη δεινή προσωπική του δοκιμασία και να τηρήσει την υπόσχεση που μας έδωσε στην ενδιαφέρουσα αυτή συλλογή των δοκιμίων του, όχι μόνο να φιλοσοφεί, αλλά και να συγγράφει. Και προσβλέπουμε στη δυναμική παρουσία του στο μεθεπόμενο Παγκόσμιο Συνέδριο Φιλοσοφίας, που ευελπιστούμε ότι επιτέλους θα γίνει στην Ελλάδα.


* Η κ. Μυρτώ Δραγώνα - Μονάχου είναι ομότιμη καθηγήτρια Φιλοσοφίας των Πανεπιστημίων Αθηνών και Κρήτης, πρώην συντάκτης του ΚΕΕΦ της Ακαδημίας Αθηνών

ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ, 17.02.08

Δεν υπάρχουν σχόλια: